Αρχείο ετικέτας #Encouragement

Είναι κακό να επαινούμε τα παιδιά μας; Έπαινος vs Ενθάρρυνση

Κάνουμε τα πάντα για να ενισχύσουμε την αυτοεκτίμηση των παιδιών μας, να τους δώσουμε όλα τα απαραίτητα εφόδια να σταθούν ανεξάρτητοι και συνειδητοποιημένοι στην κοινωνία. Διαβάζουμε χίλια βιβλία, βλέπουμε βίντεο με συμβουλές, πηγαίνουμε σε ψυχολόγους και σχολές γονέων. Η αλήθεια είναι πως έχουμε γεμίσει το κεφάλι μας με πληροφορίες για το τι πρέπει και τι δεν πρέπει. «Σήμερα διάβασα αυτό… Έτσι πρέπει να κάνουμε.» «Ναι, αλλά η άλλη μαμά κάνει αυτό και πιάνει.» και δε σταματάσει ποτέ το τρενάκι των σκέψεων.

Δε μου αρέσει να αγχώνω άλλους γονείς γιατί ξέρω πολύ καλά πόσο αγχωμένοι είναι ήδη. Κι ούτε εγώ θέλω να αγχώνομαι. Αυτό που προσπαθώ, και γι’ αυτό μοιράζομαι από εδώ όλα αυτά που γράφω, είναι να είμαστε ψύχραιμοι και να προσπαθούμε να (απο)δεχόμαστε κάθε αλλαγή με νηφαλιότητα και ανοιχτό μυαλό. Αν με ρωτούσες θα ήθελα να μπορώ να πηγαίνω σε μια σχολή γονέων και να μιλάω (και να ακούω) όλη την ώρα όλα όσα «κρύβουν» οι μαμάδες, οι γονείς μέσα τους. Ίσως μας βοηθούσε όλους να τα δούμε όλα πιο σφαιρικά, πιο ολοκληρωμένα.

Πριν πολύ καιρό είχα τη χαρά να παρακολουθήσω το πρώτο βίντεο της Κατερίνας στο instagram. Η Κατερίνα μας διάβασε απόσπασμα από το βιβλίο Ευτυχισμένη Οικογένεια.

Το απόσπασμα μιλούσε για τον έπαινο στα παιδιά και ότι δεν είναι η σωστή απάντηση σε όσα κάνουν τα παιδιά μας. Νομίζω τότε -αν θυμάμαι καλά- μόλις είχα κάνει το τρίτο μου παιδί. Με έβαλε σε πολλές σκέψεις σχετικά με τον τρόπο που μιλούσα στα παιδιά μου μέχρι τότε και το σκέφτομαι πολύ συχνά.

Θα μου πεις «μα δεν πρέπει να επαινούμε τα παιδιά μας;» Αυτό είχα αναρωτηθεί κι εγώ. Αλλά δεν είχα κάνει ποτέ στο μυαλό μου το διαχωρισμό επαίνου και ενθάρρυνσης (praise vs encouragement: Ο έπαινος αφορά το επιτυχές αποτέλεσμα, ενώ η ενθάρρυνση είναι ο έπαινος της προσπάθειας, ό,τι αποτέλεσμα και να έχει.)

Μέχρι τότε – και ακόμα το κάνω κάποιες φορές βέβαια…- είχα για όλα την απάντηση «αχ τέλειο είναι», «μπράβο, αγάπη μου».

Πραγματικά, ας τσεκάρουμε πόσες φορές εμείς ή οι γνωστοί μας γονείς λέμε παρόμοιες φράσεις στο παιδί μας. Πραγματικά είναι ο πιο κοινός έπαινος που ακούμε (και λέμε) στο σπίτι, στην παιδική χαρά, στην τάξη, στις δραστηριότητες. Είναι ένας «τεμπέλης έπαινος» σύμφωνα με τους ψυχολόγους.

Τα παιδιά τα ίδια συνειδητοποιούν μόνα τους ότι το να λέμε συνέχεια τις ίδιες φράσεις δείχνει ίσως ότι δεν προσέχουμε ακριβώς τι έχουν κάνει, αυτό που πχ μας δείχνουν και περιμένουν την αντίδρασή μας. Πολύ συχνά σκέφτονται ότι το λέμε για να «ξεμπερδεύουμε».

Δεν έχει καμία ουσιαστική αξία για τα παιδιά.

Δυστυχώς, παρασυρόμαστε από τη σχολή «κάνουμε τα παιδιά γεμάτα αυτοεκτίμηση», το οποίο έχουμε ερμηνεύσει ως «να τους πούμε πόσο καλά είναι σε όλα».

Δυστυχώς, η προσπάθεια να πείσουμε τα παιδιά μας για την ικανότητά τους θα αποτύχει, διότι η ζωή έχει έναν τρόπο να τους πει ξεκάθαρα πόσο ικανοί ή ανίκανοι είναι πραγματικά μέσω της επιτυχίας και της αποτυχίας.

Ο Rudolf Dreikurs*, στη θεωρία και δουλειά του οποίου βασίστηκε το συγκεκριμένο βιβλίο, δίδαξε ότι «Ένα παιδί χρειάζεται ενθάρρυνση όπως ένα φυτό χρειάζεται νερό». Είναι αυτονόητο, δηλαδή ότι τα παιδιά χρειάζονται την ενθάρρυνση. Μπορεί να μην πεθάνουν χωρίς ενθάρρυνση, αλλά σίγουρα μαραίνονται.

Οπότε είναι ουσιαστική η προσπάθειά μας να τα ενθαρρύνουμε, αλλά και να κατανοήσουμε τη διαφορά με τον έπαινο.

Πώς θα ξέρω αν επαινώ ή ενθαρρύνω;

Ο έπαινος, σύμφωνα με τους ειδικούς στην παιδική ψυχολογία και τον ίδιο τον Rudolf Dreikurs, δεν είναι καλός για τα παιδιά. Το ίδιο διαπίστωσα και από προσωπική μου εμπειρία. Τα παιδιά που επαινούνται συνέχεια για το πόσο έξυπνα είναι και πόσο τέλεια τα καταφέρνουν όλα, έχουν την τάση να αποφεύγουν δύσκολες εργασίες στο μέλλον και project που προκαλούν τις δυνατότητές τους. Δε θέλουν να διακινδυνεύσουν να κάνουν λάθη.

Αντιθέτως, τα παιδιά που «ενθαρρύνονται» για τις προσπάθειές τους είναι πιο πρόθυμα να επιλέξουν πιο δύσκολες εργασίες όταν τους δοθεί η επιλογή, θέλουν να ρισκάρουν και να προκαλέσουν τον εαυτό τους, να κάνουν κάτι ακόμα καλύτερο, ακόμα πιο αξιοθαύμαστο.

Όπως είπε ο Dreikurs, «Ενθαρρύνετε την πράξη (ή την προσπάθεια), όχι αυτόν που την έκανε». Με άλλα λόγια, αντί για «Α πήρες άριστα, είμαι τόσο περήφανος για σένα», προτείνει να δοκιμάσουμε, «Συγχαρητήρια! Δούλεψες σκληρά. Το αξίζεις.» Ίσως ακούγεται πολύ μικρή η διαφορά, αλλά θα αλλάξει την αντίληψη του παιδιού μας.

Οι διαφορές μεταξύ ενθάρρυνσης και επαίνου μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθούν για όσους πιστεύουν στον έπαινο και έχουν δει άμεσα αποτελέσματα. Έχουν δει τα παιδιά να ανταποκρίνονται στον έπαινο με λαμπερά πρόσωπα. Ωστόσο, πιθανώς, δεν σκέφτονται τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.

Ο έπαινος, σύμφωνα με τον Dreikurs, δεν είναι ενθαρρυντικός, γιατί διδάσκει τα παιδιά να γίνουν εξαρτημένα από την έγκριση, να εξαρτώνται από τους άλλους για την αξιολόγηση της αξίας τους.

Η ενθάρρυνση, από την άλλη, οδηγεί σε αυτοπροβληματισμό και αυτοαξιολόγηση.

Στα παιδιά, βέβαια, αρέσει ο έπαινος. Και σε ποιον δεν αρέσει στο κάτω κάτω; Ο έπαινος είναι σαν καραμέλα. Σε μικρή ποσότητα μπορεί να είναι πολύ ικανοποιητικός, σε μεγάλη ποσότητα μπορεί να προκαλέσει προβλήματα.

Ο έπαινος είναι πολύ γενικός και αόριστος. Δεν λέει στα παιδιά τι ακριβώς έκαναν καλά, και χωρίς αυτές τις πληροφορίες, δεν μπορούν να ξέρουν ακριβώς τι πρέπει να κάνουν στο μέλλον για να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Πρέπει να τους πούμε γιατί τα πήγαν καλά ώστε να μπορούν να το επαναλάβουν.Επιπλέον, το «είναι τέλειο» επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα και όχι στη διαδικασία. Αν σκοπεύουμε να είμαστε λακωνικοί, τουλάχιστον ας πούμε «Καλή προσπάθεια!» γιατί επικεντρώνεται στο τι έκαναν για να κάνουν μια καλή δουλειά.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κολούμπια, Claudia Mueller και Carol Dweck, διαπίστωσαν σε έρευνά τους ότι τα παιδιά που επαινέθηκαν για την ευφυΐα τους, σε σύγκριση με την προσπάθειά τους, επικεντρώθηκαν υπερβολικά στα αποτελέσματα. Μετά από μια αποτυχία, αυτά τα ίδια παιδιά επέμειναν λιγότερο, έδειξαν λιγότερη απόλαυση, απέδωσαν την αποτυχία τους σε έλλειψη ικανότητας (την οποία πίστευαν ότι δεν μπορούσαν να αλλάξουν) και απέδωσαν άσχημα σε μελλοντικές προσπάθειες επίτευξης. «Ο έπαινος των παιδιών για την ευφυΐα τούς κάνει να φοβούνται δυσκολίες, επειδή αρχίζουν να εξομοιώνουν την αποτυχία με την ηλιθιότητα»-Dweck.

Η έρευνα διαπίστωσε ότι οι μαθητές που έπαιρναν επαίνους ήταν πιο προσεκτικοί στις απαντήσεις τους σε ερωτήσεις, είχαν λιγότερη εμπιστοσύνη στις απαντήσεις τους, ήταν λιγότερο επίμονοι σε δύσκολες εργασίες και λιγότερο πρόθυμοι να μοιραστούν τις ιδέες τους.

Αντίθετα, τα παιδιά που επαινέθηκαν για την προσπάθειά τους έδειξαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μάθηση, έδειξαν μεγαλύτερη επιμονή και περισσότερη απόλαυση, απέδωσαν την αποτυχία τους στην έλλειψη προσπάθειας (την οποία πίστευαν ότι θα μπορούσαν να αλλάξουν) και τα πήγαν καλά σε επόμενες δραστηριότητες επίτευξης. Τους ενθάρρυνε, επίσης, να εργαστούν σκληρότερα και να αναζητήσουν νέες προκλήσεις.

Το κλειδί είναι να συνειδητοποιήσουμε αυτή τη διαφορά. Να παρατηρήσουμε εάν τα παιδιά μας εθίζονται στον έπαινο, αν τον επιζητούν όλη την ώρα.

Ακόμα κι αν αποφασίσουμε να αλλάξουμε από τον έπαινο στην ενθάρρυνση μπορεί να το βρίσκουμε άβολο στην αρχή.

Πιστεύω για αρχή θα βοηθούσε να αναρωτηθούμε πριν απαντήσουμε ποια πραγματικά είναι η άποψή μας. Βλέπουμε την άποψη του παιδιού ή μόνο τη δική μας; Θα κάναμε αυτό το σχόλιο σε έναν φίλο;Τα σχόλια που κάνουμε στους φίλους μας συνήθως ταιριάζουν στα κριτήρια ενθάρρυνσης.

Πώς να ενθαρρύνουμε τελικά;

Η ενθάρρυνση βοηθά τα παιδιά μας να αναπτύξουν θάρρος – θάρρος να μεγαλώσουν και να εξελιχθούν σε ανθρώπους που θέλουν να είναι δημιουργικοί, να αισθάνονται ικανοί, να είναι ανθεκτικοί, να απολαμβάνουν τη ζωή, να είναι ευτυχισμένοι, να συνεισφέρουν στην κοινωνία και, όπως είπε ο Dreikurs, να έχουν το θάρρος να μην είναι τέλειοι, να αισθανθούν ελεύθεροι να κάνουν λάθη και να μάθουν από αυτά.

– Μπορούμε να μιλάμε όλη η οικογένεια μαζί και τα παιδιά να μαθαίνουν να συμμετέχουν, να λένε την άποψή τους, να προβληματίζονται για λύσεις σε προβλήματα.

– Μπορούμε να τους θέτουμε ερωτήσεις «περιέργειας» με σκοπό να μάθουν πώς να σκέφτονται και όχι τι να σκέφτονται, να τους δώσουμε μια αίσθηση επιλογής να χρησιμοποιήσουν την προσωπική τους δύναμη για κοινωνική ευθύνη.

– Να τους αφήσουμε να κάνουν λάθη. Να έχουν την ευκαιρία να μάθουν μέσα από αυτά, να βγουν από το καβούκι τους.

– Να τους δείξουμε πίστη, εμπιστοσύνη ώστε να αναπτύξουν κι αυτά πίστη στον εαυτό τους.

– Να τους αφιερώνουμε ειδικό, προσωπικό χρόνο στο κάθε παιδί για να βεβαιωθούμε ότι εισπράττουν όλη μας την αγάπη, ότι ξέρουν ότι θα είμαστε δίπλα τους.

– Να αποφεύγουμε να τους επαινούμε για πράγματα στα οποία δεν έχουν έλεγχο, πχ ευφυΐα, φυσική ελκυστικότητα ή αθλητικά ή καλλιτεχνικά χαρίσματα, αλλά να κατευθύνουμε τον έπαινό μας σε τομείς στους οποίους τα παιδιά έχουν τον έλεγχο – προσπάθεια, στάση, ευθύνη, δέσμευση, πειθαρχία, εστίαση, λήψη αποφάσεων, συμπόνια, γενναιοδωρία, σεβασμό, αγάπη, κλπ κλπ.: «Δούλεψες τόσο σκληρά προετοιμασία για αυτό το τεστ», «Ήσασταν τόσο συγκεντρωμένοι σε ολόκληρο τον αγώνα» και «Ήσουν τόσο γενναιόδωρος που το μοιράστηκες με την αδερφή σου.»

– Ιδιαίτερα με τα μικρά παιδιά, δεν χρειάζεται να τα επαινέσουμε καθόλου. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι απλώς να επισημάνουμε τι έκαναν: «Ανέβηκες μόνος σας στη σκάλα.» Το χαμόγελο της υπερηφάνειας τους θα μας δείξει ότι έλαβαν το μήνυμα που θέλουμε να λάβουν. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα περισσότερο.

– Ως μια άλλη εναλλακτική λύση για τον έπαινο, απλώς ρωτάμε τα παιδιά. «Τι σου άρεσε περισσότερο;» και «Πώς νιώθεις για αυτό που μόλις έκανες;» Ας αφήσουμε τα παιδιά μας να αποφασίσουν μόνοι τους πώς αισθάνονται για τα επιτεύγματά τους, να τους επιτρέψουμε να ανταμείψουν τον εαυτό τους για τις δικές τους καλές ενέργειες.


Θα πρέπει να τους σεβόμαστε, να δείχνουμε πραγματικό ενδιαφέρον για την οπτική τους γωνία, να τολμάμε να τους δίνουμε ευκαιρίες να αναπτύξουν δεξιότητες ζωής που θα οδηγήσουν σε αυτοπεποίθηση, δυναμισμό και ανεξαρτησία από τις αρνητικές απόψεις των άλλων.

*Ο Ρούντολφ Ντράικωρς (Rudolf Dreikurs, 1897-1972), ψυχολόγος και παιδαγωγός, είναι ένας από τους γνωστότερους παγκοσμίως παιδοψυχολόγους και μία από της μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής μας στο χώρο της διαπαιδαγώγησης.
Ανακάλυψε ένα απλό μοντέλο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρουσιάζονται στην καθημερινότητα μιας οικογένειας, η αποτελεσματικότητα του οποίου αποδεικνύεται συνεχώς στην πράξη.
Το μυστικό του βρίσκεται στην πεποίθηση ότι το παιδί θέλει να είναι ισότιμο άτομο, να το αναγνωρίζουν, να του επιτρέπουν να προσφέρει στην οικογένεια και το σχολείο του, να μπορεί να αισθάνεται μέρος της κοινότητας μέσα στην οποία ζει. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, ο Τεό Σενάκερ (μαθητής και φίλος του Ρούντολφ Ντράικωρς), η παιδαγωγός σύζυγός του Γιουλίττα Σενάκερ και ο Τζον Μ. Πλατ (επίσης μαθητής του Ντράικωρς), με πολλά παραδείγματα που αντλούν από την καθημερινότητα της σημερινής οικογένειας, βοηθούν αποτελεσματικά τους γονείς να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που παρουσιάζονται στην ανατροφή των παιδιών τους.