Να μεγαλώσουμε ανεξάρτητα παιδιά

Σήμερα ξεκινάω να γράψω με πολύ κακή διάθεση…
Πολλά τα νεύρα και ενώ έλεγα θα ασχοληθώ με τις ταμπέλες στα παιδιά μετά τα stories μου στο instagram για τα «κοριτσίστικα» και «αγορίστικα» παιχνίδια, ασχολούμαι εδώ και μια βδομάδα με τα μαθήματα των παιδιών και πώς να βοηθήσω.

Έχω ξαναγράψει σχετικό άρθρο με τα διαβάσματα των παιδιών, αλλά σίγουρα παίζει ρόλο σε τι φάση είναι τα παιδιά και ηλικιακά και ψυχολογικά.
Και σίγουρα σε τι φάση είναι οι γονείς.

Το ερώτημα που τριγυρίζει στο μυαλό μου είναι πόση βοήθεια να δώσω και με ποιο τρόπο, ώστε να νιώσουν τα παιδιά ότι τα στηρίζω και είμαι δίπλα τους, αλλά και να μάθουν, να εκπαιδευτούν δηλαδή ότι είναι τα ίδια υπεύθυνα για τις υποχρεώσεις τους.

Αυτό που με προβληματίζει ιδιαίτερα, είναι η εξής διαπίστωση: δε με ενοχλεί τα παιδιά μου να πάνε αδιάβαστα ή να νιώσουν άσχημα ή να ντροπιαστούν στην τάξη. Είμαι πολύ συνειδητοποιημένη ότι πρέπει να νιώσουν τα ίδια ότι έχουν την ευθύνη για τις δικές τους εργασίες. Αυτό που με ενοχλεί κυρίως είναι μήπως ο δάσκαλος ή η δασκάλα βγάλει το συμπέρασμα ότι δεν ασχολούμαι με τα παιδιά μου, ότι μπορεί να σκεφτούν «αυτή η μάνα δεν ενδιαφέρεται». Το ίδιο νιώθω κι αν δεν προλάβω να φύγω από τη δουλειά για μια συνάντηση γονέων.

Με ενοχλεί δηλαδή αυτό το κλασικό «τι θα πουν οι άλλοι;» το οποίο σαν τρόπος σκέψης, ξέρω πολύ καλά ότι είναι προβληματικός, αλλά δεν είναι εύκολο να αποβάλλω αυτή τη νοοτροπία.

Όλοι οι γονείς θέλουμε, ή έχουμε ανάγκη, να μας θεωρούν «τους καλύτερους γονείς», να μας παινεύουν για τη συμπεριφορά μας και τα «υπέροχα» παιδιά μας.

Ξέρω, όμως, πόσο πολύ θέλω τα παιδιά μου να είναι ανεξάρτητα και υπεύθυνα. Μόνο έτσι θα γίνουν και υπεύθυνοι ενήλικες.

Σε πολλά σημεία της ζωής των παιδιών μας, πρέπει να απομακρυνθούμε, να κάνουμε ένα βήμα πίσω. Να τα αφήσουμε να «πάθουν και να μάθουν».

Να τα βοηθήσουμε, έτσι, να γίνουν ηθικοί και στοργικοί, παραγωγικοί και δημιουργικοί, ανεξάρτητοι νέοι. 

Ωστόσο, είναι (είμαστε) πάρα πολλοί οι γονείς, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες, που, από την αγάπη για τα παιδιά μας, από όλα αυτά που βλέπουμε στα social media, από τα δικά μας απωθημένα ίσως, θέλουμε να κάνουμε περισσότερα, όχι λιγότερα, γι ‘αυτά. 

Πιστεύουμε ότι όσο περισσότερο χρόνο, ενέργεια, προσοχή και χρήμα μπορούμε να διαθέσουμε στα παιδιά μας, τόσο το καλύτερο.

Τα παιδιά μας ξέρουν ότι δε θα τα αφήσουμε να πάνε αδιάβαστα (ακόμα κι αν έχουν ξεχάσει να κάνουν όλα τους τα μαθήματα), δε θα τα αφήσουμε χωρίς καθαρά ρούχα (ακόμα κι αν δεν έχουν βάλει στο καλάθι των απλύτων τα λερωμένα ρούχα τους), δε θα τα αφήσουμε νηστικά (ακόμα κι αν δεν έχουν στρώσει ή μαζέψει το τραπέζι).

«Η μαμά πάντα θα το κάνει».

Αναρωτιόμαστε σχετικά με το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να ξεπεράσουν τους φόβους τους, να μάθουν να ρισκάρουν ή να γίνουν πιο υπεύθυνα. 

Ανεξάρτητα από το πόσο αγαπάμε τα παιδιά μας, ίσως να μην καταφέρνουμε να τους δώσουμε αυτά που πραγματικά χρειάζονται. 

Υπάρχουν πολλά σημαντικά πράγματα που δεν μπορούμε να κάνουμε για τα παιδιά μας, όσο κι αν το θέλουμε. 

Για να μεγαλώσουν με τους τρόπους που χρειάζεται να μεγαλώσουν, τα παιδιά πρέπει να κάνουν ένα βήμα μπροστά.

1. Δεν μπορούμε να κάνουμε τα παιδιά μας ευτυχισμένα με το ζόρι

Όταν κλαίνε, τρέχουμε να δούμε αν κινδυνεύουν. Όταν φαίνονται θλιμμένα, τυλίγουμε τα χέρια μας γύρω τους. Θέλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά μας από όλα τα άσχημα συναισθήματα, αλλά ο αγώνας και τα βάσανα είναι μέρος της ζωής και τα παιδιά πρέπει να μάθουν να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους. 
Σε εμπειρίες χωρίς τους γονείς (εκδρομές, σχολείο, δραστηριότητες) είναι πιο εύκολο για τα παιδιά να μάθουν τι μισούν και τι αγαπούν, τι τα κάνει να στεναχωρηθούν και τι τα κάνει ευτυχισμένα.

2. Δεν μπορούμε να προσφέρουμε στα παιδιά μας υψηλή αυτοεκτίμηση

Έχουμε στο μυαλό μας να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθηση του παιδιού, λέγοντάς τους συνεχώς πόσο υπέροχοι και έξυπνοι είναι.  Κάτι τέτοιο, όμως, δε βοηθά.
Η αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση προέρχονται από την οικοδόμηση δεξιοτήτων και την εκμάθηση δύσκολων εργασιών που καταφέρνουν μόνα τους. 

3. Δεν μπορούμε να κάνουμε φίλους για τα παιδιά μας ή να μικροδιαχειριζόμαστε τις σχέσεις τους

Ακόμα και όταν είναι μωρά, ορισμένα παιδιά έλκονται έντονα το ένα από το άλλο. Παρόλο που εμείς μπορούμε να κανονίσουμε παιχνίδια με άλλα παιδάκια, τα παιδιά μαθαίνουν μόνα τους ο ένας με τον άλλον πώς να είναι φίλοι. Μπορούμε να υποστηρίξουμε τις φιλίες των παιδιών μας, να τους κανονίσουμε συναντήσεις για παιχνίδι, αλλά δεν μπορούμε να ελέγξουμε τις σχέσεις τους.

4. Δεν μπορούμε να απαγορεύσουμε τα «ηλεκτρονικά» στα παιδιά μας

Ζούμε εν μέσω μιας τεχνολογικής επανάστασης που αλλάζει δραματικά την οικογενειακή ζωή. Οι γονείς θέλουμε συνεχώς να περιορίσουμε τη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών από το παιδί μας. Ωστόσο, όλοι μας περνάμε ίσο χρόνο μπροστά στις οθόνες – και τα παιδιά θα κάνουν αυτό που κάνουμε εμείς και όχι αυτό που λέμε.

5. Δεν μπορούμε να κάνουμε τα παιδιά μας ανεξάρτητα

Μέχρι ένα σημείο, τα παιδιά μου μπορεί ακόμα και να με κατηγορούσαν που ξέμειναν από νερό στο σχολείο, που δεν έπλυνα το ρούχο που ήθελαν να φορέσουν και ακόμα τα κάνουν κάποιες φορές. Έχω ακούσει παιδιά να λένε «α, η μαμά μου ξέχασε να μου βάλει στην τσάντα τα γυαλιά μου».
E, όταν τα παιδιά είναι μικρά θα το κάνουμε στην αρχή. Όταν, όμως, τα παιδιά ηλικίας 15 ετών δεν μπορούν να θυμηθούν τα γυαλιά τους, είναι επειδή είναι ανοργάνωτα ή επειδή η μητέρα τους αναλαμβάνει να θυμάται αντί αυτών…
Κάθε παιδί πρέπει να εξασκείται να είναι ανεξάρτητο και κάθε γονέας πρέπει να εξασκείται να αφήνει το παιδί του να είναι ανεξάρτητο. Δεν είναι εύκολο να το τηρήσουμε. Το ξέρω.

Η ανεξαρτησία, όμως, είναι σαν το άλμα εις ύψος: Πρέπει να τρέξεις και να πηδήξεις και μερικές φορές να αποτύχεις. Και στη συνέχεια να ανεβάσεις την μπάρα και να τρέξεις και να πηδήξεις ξανά. Ως γονιός, θα τρομάξουμε όταν τα παιδιά μας χτυπήσουν αυτή την μπάρα, αλλά δεν μπορούμε να πηδήξουμε αντί για αυτά!

Και θα δούμε ότι θα έχουν πολλές γλυκές στιγμές χωρίς εμείς να είμαστε παρόντες.

Αυτό που πιστεύω απόλυτα είναι ότι η δουλειά μας είναι να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας έτσι ώστε να είναι έτοιμα να μας αφήσουν, οπότε πρέπει να είμαστε σε θέση να τα αφήσουμε να προχωρήσουν, παρακολουθώντας τα από απόσταση.

6. Και το βασικότερο: Δεν μπορούμε να κρατήσουμε τα παιδιά μας εντελώς ασφαλή (αλλά -δυστυχώς- μπορούμε να τα τρελάνουμε προσπαθώντας)

Παρακολουθούμε τις ειδήσεις και ανησυχούμε για όλα τα φοβερά πράγματα που μπορούν να συμβούν στα παιδιά μας.

Μένουμε απέναντι από το σχολείο και τα αγγλικά τους είναι ένα τετράγωνο μακριά. Ξέρω ότι πρέπει να τα αφήσω να πάνε με τα πόδια, αλλά, μέχρι πολύ πρόσφατα, δυσκολευόμουν, γιατί όντως τα αυτοκίνητα είναι πάρα πολλά.
Κι ακόμα και τώρα που το πήρα απόφαση, υπάρχουν δάσκαλοι που τρέχουν έντρομοι έξω από την είσοδο του σχολείου για να τα βοηθήσουν να διασχίσουν το δρόμο και αναρωτιούνται «γιατί δε σας έφερε κάποιος μεγάλος;»

Προσπαθούμε να κάνουμε «καλή δουλειά» στην ανατροφή των παιδιών μας, αλλά το να έχουμε συνεχώς το μυαλό μας στην ασφάλεια τους μάς κάνει να ανησυχούμε πολύ κι έτσι δυσκολεύουμε την ικανότητα των παιδιών μας για ανεξαρτησία.

Διάβασμα και υπευθυνότητα

Όλα αυτά ξεκίνησα να τα γράφω για να καταλήξω εδώ ακριβώς… Σε όλο αυτόν τον αγώνα -όπως τον έχουμε πολλοί γονείς στο μυαλό μας- για να «στρωθούν τα παιδιά μας στο διάβασμα».

Δε θέλουν να διαβάσουν, ισχυρίζονται ότι «δεν έχουν τίποτα», αλλά τελικά όλο και κάτι θα εμφανιστεί… Μπορεί να ξεχάσουν να κάνουν την εργασία τους, να κάνουν την εργασία τους αλλά να μην την παραδώσουν, να την κάνουν ατημέλητα ή απρόσεκτα ή να μη διαβάσουν όλα αυτά που πρέπει. Αυτοί είναι μόνο μερικοί τρόποι με τους οποίους τα παιδιά προσπαθούν να κρατήσουν τον μικρό έλεγχο που έχουν.

Οι γονείς, από την άλλη, συχνά θεωρούμε ότι είναι δική μας δουλειά να κάνουμε τα παιδιά να τα πάνε καλά στο σχολείο. Φυσικά, είναι λογικό να αγχωθούμε με αυτήν την ευθύνη ως γονείς: να αγχωθούμε γιατί θέλουμε να πετύχουν στη ζωή τους και να αντιδράσουμε με θυμό και κηρύγματα.

Γιατί το διάβασμα στο σπίτι να είναι τόσο δύσκολο;

Φαίνεται ότι είναι πολύ δύσκολο για τα παιδιά να μείνουν συγκεντρωμένα όταν είναι στο σπίτι. Στο σχολείο υπάρχει μια δομή, μια οργάνωση, μια πειθαρχία, χωρίς τους τόσους περισπασμούς του σπιτιού.

Με το που μπαίνουν σπίτι μπαίνουν σε mood, σε λειτουργία «ελεύθερου χρόνου». Στο μυαλό τους, το σπίτι είναι ένα μέρος για να χαλαρώσουν, να απολαύσουν ένα σνακ, να ακούσουν μουσική και να παίξουν ή να δουν τηλεόραση. Τους είναι δύσκολο να μπουν στη διαδικασία να κάνουν σχολικές εργασίες.

Κι εμείς οι γονείς σε αυτό το «πεδίο μάχης» για το «πότε θα διαβάσεις επιτέλους;» μπορεί να χρησιμοποιήσουμε τακτικές που πετυχαίνουν ή τακτικές που αποτυγχάνουν.

Η μάχη για την εργασία στο σπίτι γίνεται στην πραγματικότητα μάχη για τον έλεγχο. Το παιδί μας αρχίζει να παλεύει για να έχει περισσότερο έλεγχο στις επιλογές της ζωής του, ενώ εμείς πιστεύουμε ότι η δουλειά μας ως γονιός είναι να έχουμε τον έλεγχο των πραγμάτων. Έτσι και οι δύο πολεμάμε πιο σκληρά και όλο αυτό μετατρέπεται σε πόλεμο στο σπίτι μας.

Οι γονείς νιώθουμε όλο και περισσότερο εκτός ελέγχου, οπότε τιμωρούμε, γκρινιάζουμε, απειλούμε, μαλώνουμε ή καταλήγουμε να κάνουμε εμείς τα μαθήματά τους!


Ανεξάρτητα από το γιατί τα παιδιά μας δεν κάνουν τα μαθήματά τους, μάλλον πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτή η μάχη είναι χαμένη υπόθεση και για τους δυο μας.

Θα καταλήξουμε απογοητευμένοι, θυμωμένοι και εξαντλημένοι και τα παιδιά μας θα έχουν βρει έναν ακόμη τρόπο να πατήσουν τα κουμπιά μας. Και, ακόμη χειρότερα, μπορεί να καταλήξουν να μισούν το σχολείο και να μισούν τη μάθηση.

Όλα αυτά τα ξέρουμε οι περισσότεροι από εμάς αλλά δεν μπορούμε να το υλοποιήσουμε.

Αυτό που πήρα απόφαση μετά από πολλή σκέψη (και συζήτηση και φωνές και κλάματα και εκβιασμούς και καλοπιάσματα…) είναι να κάνω το παν για να διατηρήσω την ψυχραιμία μου. Να μην τσιμπάω με κάθε μια ατάκα των παιδιών που θέλουν να μου πάνε κόντρα και «με χτυπάνε εκεί που πονάει».

Θα δημιουργήσω ένα σύστημα οργάνωσης (με μια μικρή εποπτεία μέχρι να μάθουν να το υλοποιούν μόνα τους) έτσι ώστε να καταλάβουν ότι τα μαθήματα που έχουν για διάβασμα είναι απλώς ένα φυσιολογικό κομμάτι της ζωής στο σπίτι: «βγάζουμε όλα τα βιβλία από την τσάντα μας, να πάρει και αέρα (Μαρί Κοντό style!) και μετά τσεκάρουμε ένα ένα μάθημα με τη σειρά που αναγράφονται στο πρόγραμμά μας για να δούμε τι ακριβώς έχουμε να κάνουμε για αύριο».

Μόλις το αποδεχτούν (ή το πάρουν απόφαση τελοσπάντων), θεωρώ ότι έχουμε ήδη κερδίσει τη μισή μάχη.

Μπορούμε να το βάλουμε μπροστά αυτό το σύστημα, μαζί με τα παιδιά μας, σε μια στιγμή που τα πράγματα είναι ήρεμα και τα πηγαίνουμε καλά και, φυσικά, όχι κατά τη διάρκεια του καυγά.

Να τους πούμε ότι θα δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό από την επόμενη φορά με τα διαβάσματα που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα και πιο εύκολα για όλους. Και θα εξηγήσουμε.

Θα τους εξηγήσουμε ότι υπάρχει χρόνος για φαγητό, για μαθήματα, και σίγουρα υπάρχει και ελεύθερος χρόνος. Αλλά πρέπει να έχουμε στο νου μας αυτό: ο ελεύθερος χρόνος ξεκινά μετά την ολοκλήρωση των υποχρεώσεων.

Δεν μπορούμε να τους κάνουμε έτσι από το πουθενά να νοιάζονται. Οπότε αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να εστιάσουμε σε αυτό που θα βοηθήσει τη συμπεριφορά τους να βελτιωθεί.

Να μην επικεντρωνόμαστε στη στάση τους, όσο στη γενικότερη εικόνα.

Να θέσουμε όρια και συγκεκριμένους κανόνες, να σεβαστούμε τις ατομικές επιλογές τους και να τα βοηθήσουμε να παρακινήσουν τον εαυτό τους.

Να μείνουμε συγκεντρωμένοι στο δικό μας ρόλο, που είναι να βοηθήσουμε τα παιδιά με τις εργασίες τους και όχι να τις κάνουμε αντί για αυτά.

Να κάνουμε ένα διάλειμμα όταν τα πράγματα δυσκολεύουν. Να αφιερώσουμε λίγα λεπτά για να ηρεμήσουμε και να αφήσουμε τα παιδιά μας να κάνουν το ίδιο, προλαβαίνοντας την «καταιγίδα».

Να σκεφτόμαστε τους δικούς μας στόχους, τι εμείς θέλουμε να πετύχουμε και με ποιο τρόπο θα το καταφέρουμε.

Να κάνουμε λίγο πίσω και να τα αφήσουμε να κάνουν τις δικές τους επιλογές, να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες.

Δεν είναι αγώνας εξουσίας. Κάποια παιδιά μπορεί να «τα παρατήσουν» σκόπιμα μόνο για να δείξουν στους γονείς τους «ποιος είναι ο επικεφαλής». Άλλα παιδιά μπορεί να συμμορφωθούν για να απαλύνουν το άγχος των γονιών τους, αλλά στο τέλος δε θα μάθουν να κάνουν τις δικές τους επιλογές.

Να μην είμαστε οργισμένοι ή επικριτικοί, απλώς να ρωτήσουμε με ειλικρίνεια «Πώς μπορώ να σε βοηθήσω;».