Γιατί είμαι ένας γονιός με νεύρα;

Αν με ρωτούσες πριν γίνω μαμά (ακόμα και πριν κάνω μόνιμη σχέση), θα σου έλεγα ότι εννοείται πως πάντα είμαι ήρεμη και δεν υψώνω καθόλου εύκολα τη φωνή μου και ότι πάντα μπορείς να συγκρατήσεις τα νεύρα σου, το θυμό σου.

Χρειάστηκε να ζήσω μαζί με τον άνθρωπό μου και μετά να κάνω τρία παιδιά για να πάρω την απάντηση «δε γίνεται αυτό, καλή μου, αθώα, Βάσω. Δεν μπορείς να τα συγκρατήσεις. Πάρτο απόφαση!»

Και στην αρχή ένιωθα υπέροχα όταν μου έλεγαν όλοι (εκτός σπιτιού!) «αχ πόσο ήρεμα μιλάς στα παιδιά σου… τι γλυκιά μαμά που είσαι». Τώρα θα απαντήσω αμέσως «δε με έχεις δει στο σπίτι στο αληθινό ρινγκ!!!” 😁

Και αυτό είναι κάτι που δεν το περίμενε κανένας μας όταν έγινε γονιός.

Η μητρότητα (και η πατρότητα) είναι μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος.

Ειδικά οι μαμάδες, το παρατηρούμε ακόμη και στο ίδιο μας το σώμα.
Η εγκυμοσύνη και η μητρότητα αλλάζουν ακόμα και τις δομές του εγκεφάλου μας, όπως μαθαίνουμε, κάνοντάς μας πιο συντονισμένες με τα παιδάκια μας. 

Η ταυτότητα κάποιου, που στο παρελθόν ήταν απόλυτα επικεντρωμένη στον εαυτό του, ξαφνικά και αμετάκλητα συνδέεται με έναν μικρό άνθρωπο έξω από τον εαυτό του. Είμαστε ακόμα εμείς – αλλά μέρος μας είναι -και θα είναι για πάντα- και «γονέας». Αυτή η νέα ετικέτα μπορεί να είναι αμήχανη, άβολη, σαν ένα νέο πουκάμισο που δεν έχει μαλακώσει αρκετά με το πλύσιμο. Δεν θα είμαστε ποτέ ξανά ο ίδιος άνθρωπος. Είναι μια σεισμική μετατόπιση που δεν μπορούμε να δούμε να έρχεται και μαζί της έρχονται κάθε είδους ευπρόσδεκτα, αλλά και ανεπιθύμητα συναισθήματα.

Η συγγραφέας Anne Lamott γράφει: «Υπάρχουν πραγματικά μέρη στην καρδιά που δεν γνωρίζετε καν ότι υπάρχουν μέχρι να αγαπήσετε ένα παιδί».  Υπάρχουν, ωστόσο, μέρη στην ψυχή μας που δεν είχαμε ιδέα ότι θα μπορούσαν να θυμώσουν τόσο πολύ, ακόμα και σε πράγματα που αργότερα φαίνονται τόσο ασήμαντα. Φυσικά, δεν ήμουν προετοιμασμένη για εκείνη την πλευρά μου πριν αποκτήσω τρία παιδιά, ένα γεμάτο σπίτι με πέντε άτομα.

Ως γονείς, πολλοί από εμάς μπορεί να νιώσουμε έντονο θυμό και να το αφήσουμε αυτό να περάσει και στα παιδιά μας. Μπορεί να νιώσουμε ενοχές και ντροπή γιατί φωνάξαμε στα ίδια παιδιά, για τα οποία θα δίναμε και τη ζωή μας ακόμα.

Η αγάπη και ο θυμός που συνδυάζονται δημιουργούν ένα μπερδεμένο μείγμα ενοχής, ντροπής και απογοήτευσης. Τύψεις, τύψεις και ξανά τύψεις και σκέψεις για το τι θα μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά.

Και γιατί νευριάζουμε εύκολα και γιατί δεν κρατάμε την ψυχραιμία μας και γιατί φερόμαστε όπως φερόμαστε…


Κανένα συναίσθημα, όμως, δεν είναι κακό.

Ή μάλλον είναι ανθρώπινο, απόλυτα φυσιολογικό.

Και υγιές.


Ο θυμός πάντα βοηθούσε τους ανθρώπους να ξεσηκωθούν, να παλέψουν για την αδικία, να προστατέψουν τους αδύναμους και να αλλάξουν κατεστημένα που βλάπτουν τους άλλους. Το να νιώθουμε ένοχοι που έχουμε το συναίσθημα του θυμού είναι σαν να αισθανόμαστε ένοχοι που έχουμε χέρια – χρειαζόμαστε όλα τα μέρη του ανθρώπινου εαυτού μας.

Ωστόσο, το πώς λειτουργεί αυτός ο θυμός, μπορεί να είναι το «κακό».

Σίγουρα γνωρίζουμε καλά ότι το να θυμώνουμε με τα παιδιά μας ή με τον εαυτό μας δεν είναι η απάντηση, η λύση. 

Ποια είναι, λοιπόν, η λύση;

Το πρώτο βήμα για την αποκλιμάκωση του θυμού είναι το να κατανοήσουμε από πού προέρχεται και πώς εκδηλώνεται.

Υπάρχουν πολύ περισσότεροι λόγοι για τους οποίους θυμώνουμε από αυτούς που πιθανώς συνειδητοποιούμε. 

Κάποιοι «θυμοί» μας μπορεί να πηγάζουν από σωματικά αιτία ή και κοινωνικά.

1. Είμαστε κουρασμένοι…

Η έλλειψη ύπνου, για παράδειγμα, η εξάντλησή μας, σίγουρα παίζει σημαντικό ρόλο.

Όσο δύσκολη κι αν είναι η ανάπαυση όταν είμαστε γονιοί και ειδικά με μικρά παιδιά, τόσο σημαντική είναι. Και απαραίτητη.

Μπορούμε να πηγαίνουμε, ας πούμε, για ύπνο όσο το δυνατόν πιο νωρίς, «θυσιάζοντας» χρόνο σε οθόνες ή ακόμα και σε δουλειές στο σπίτι. Ή να βρίσκουμε μικρές στιγμές ανάσας μέσα στη μέρα.

Το να λέμε στον σύντροφό μας ότι χρειαζόμαστε λίγο χρόνο ίσως είναι δύσκολο για πολλούς γονείς, ειδικά για τις (νέες) μητέρες. 

Ένας τρόπος για να απαλλαγούμε από τον θυμό είναι να μιλάμε τακτικά με τον σύντροφό μας (ή κάποιον αγαπημένο μας φίλο) για τις σωματικές και ψυχικές μας ανάγκες και στη συνέχεια να σχεδιάζουμε πώς θα αποκτήσουμε αυτό που χρειαζόμαστε.

Γιατί και η κακή ψυχική υγεία είναι μια από τις αιτίες θυμού. Σε κάποιες περιπτώσεις, ο θυμός μπορεί να είναι σημάδι ακόμα και κατάθλιψης, άγχους, ή άλλων ιατρικών καταστάσεων για τις οποίες δεν πρέπει να κατηγορούμε τον εαυτό μας.

Ακόμα και η άσκηση και η διατροφή έχουν σημασία. Ακούγεται περίεργο; Άσχετο ίσως; Κι όμως, έχω διαπιστώσει προσωπικά πόσο ευεργετική μπορεί να είναι η άσκηση για τη διάθεσή μου. Σωματικά και ψυχικά είναι θεραπευτική.

Και δε χρειάζεται να χτυπιόμαστε στα γυμναστήρια ή να κάνουμε χιλιόμετρα. Ακόμα κι ένας χορός ή ένας γρήγορος περίπατος μπορούν να αλλάξουν τη διάθεσή μας! Γενικά, το self care (που λέγαμε και στο χωριό μου) είναι βασικό βήμα για ένα ήρεμο και ειρηνικό σπίτι.

2. Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες μας

Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες είναι ένα από αυτά που πολύ εύκολα μας δημιουργούν νεύρα. Προσδοκίες όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά και προσδοκίες που έχουν οι άλλοι για εμάς.

Έχουμε αυτή την τέλεια οικογενειακή εικόνα στο κεφάλι μας και η υπάρχουσα κουλτούρα μάς την ενισχύει.  Πιστεύουμε ότι πρέπει να κάνουμε 30.000 δραστηριότητες με τα παιδιά μας, να κάνουμε διακοπές και να αγοράζουμε ρούχα όπως αυτά που βλέπουμε στα social media, να έχουμε διακόσμηση σπιτιού όπως όλοι στο Pinterest, να μαγειρεύουμε σούπερ υγιεινές συνταγές για τα «τέλεια περιποιημένα παιδιά μας» όπως βλέπουμε στο Instagram…

Όταν δεν εκπληρώνονται αυτές οι (μη ρεαλιστικές) απογοητευόμαστε, θυμώνουμε…

Ένα παιδί που «καταστρέφει» την οικογενειακή φωτογραφία λασπώνοντας το ρούχο του ή γκρινιάζοντας ή κάνοντας γκριμάτσες μπορεί ακόμα και να μας θυμώσει, κάποιες φορές.

Όταν τα παιδιά μου ήταν μικρότερα επέμεναν να φορέσουν στην πλατεία που πηγαίναμε για καφέ ακόμα και αποκριάτικη στολή. Κι εγώ έκανα σαν τρελή να τους πείσω να φορέσουν το πανέμορφο, branded σετάκι, γιατί θα γινόμουν ρεζίλι αν φορούσαν κάτι παράξενο ή παλιό.

Σκέφτηκα, όμως, στην πορεία πως αν δε φορέσουν τώρα ό,τι τους αρέσει, πότε θα τα φορέσουν; Και στο κάτω κάτω γιατί να τους βάλω σε διαδικασία να τους ενδιαφέρει τόσο πολύ η εμφάνισή τους; Περισσότερο μάλιστα από την άνεσή τους ή το προσωπικό τους γούστο. Όποιο κι αν είναι αυτό! 😁

Για να μάθω να «απελευθερώνω» τις προσδοκίες μου, έπρεπε να μάθω να βλέπω τα παιδιά, το σπίτι και τον εαυτό μου ως έργα σε εξέλιξη. Κάτι δυναμικό, που θα χαιρόμαστε κάθε βήμα και όχι κάτι που αλλάζει με ένα κλικ.  

Έπρεπε να συνειδητοποιήσω ότι οι άγνωστοι στα social media δε διαχειρίζονται τη ζωή μου και τις επιλογές μου – αυτό είναι κάτι που το διαχειρίζομαι εγώ και μόνο εγώ.

Γι’ αυτό και έχω σταματήσει να στήνω τις φωτογραφίες μου τόσο πολύ και αφήνω και τα παιδιά να είναι ο εαυτός τους. Ακόμα κι αν βγουν έξω με ρούχα 2 νούμερα μικρότερα!!😂

Η κριτική των ανθρώπων είναι αυτή που μας πληγώνει περισσότερο.

Εάν δεν είμαστε προετοιμασμένοι να αντιδράσουμε θετικά, μπορεί να είναι εύκολο να «μας γυρίσει το μάτι ανάποδα» και να βάλουμε το άτομο αυτό στην black list μας.

Η αμηχανία συχνά μεταφράζεται σε θυμωμένες αντιδράσεις απέναντι στα παιδιά που φαίνεται να προκαλούν την ντροπή μας.

Πολλές φορές όταν τα παιδιά μου ήταν μικρά ένιωσα το τσίμπημα αυτό από ένα τυχαίο σχόλιο, το οποίο εισέπραττα ως επίθεση στη δική μου ικανότητα ως μαμάς. Και μπορεί να νευρίαζα με τα παιδιά μου που δε μιλούσαν όταν τα ρωτούσαν το όνομά τους ή όταν δεν ήθελαν να φύγουμε και αντιδρούσαν άσχημα. Έπρεπε να είμαι γενναία και με αυτοπεποίθηση να πω ότι αυτές ήταν οι επιλογές μας. Δεν είμαστε τέλειοι.
Αν η κριτική ήταν έγκυρη, έμαθα να λέω «συγγνώμη» για οποιαδήποτε συμπεριφορά που έβλαψε τους άλλους ή τους έφερε σε δύσκολη θέση.

Οι προσδοκίες ενός άλλου ατόμου, όμως, για το τι πρέπει να κάνω ως γονέας δεν έπρεπε να με ξαναπασχολήσουν. Δεν πρέπει να επιτρέπω (γιατί ακόμα δεν το έχω κατακτήσει πλήρως) τη διαφορετικότητά μου με το άτομο αυτό να με κάνει να θυμώσω με τα παιδιά μου.

Όταν προκύψει μια κατάσταση που αρχίζει να μας κάνει να νιώθουμε θυμό, μπορούμε να πάρουμε μια ανάσα και να κάνουμε στον εαυτό μας μερικές ερωτήσεις, όπως:

Πόσο σημαντικό θα είναι αυτό σε πέντε χρόνια;

Τι έχει σημασία αυτή τη στιγμή;

Είναι ρεαλιστικό αυτό που περιμένω αυτή τη στιγμή;

Γιατί το περιμένω;

Ποιο είναι το χειρότερο ή το καλύτερο που μπορεί να συμβεί εδώ;


3. Το πολυάσχολο πρόγραμμά μας

Μια άλλη αιτία θυμού στους γονείς είναι το γεμάτο πρόγραμμα και η πολυάσχολη ζωή μας.
Συχνά νιώθω άγχος αν το σπίτι μου είναι ακατάστατο, αν οι εκκρεμότητές μου «ξεχειλίζουν» από το ημερολόγιό μου ή αν δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να τα καταγράψω από το άγχος ότι δε θα τα καταφέρω…

Αν και άργησα να το συνειδητοποιήσω, αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να έχω μόνιμα νεύρα!! Προσπαθώ ακόμα να το λύσω οργανώνοντας τα πράγματά μας, το πρόγραμμά μας και κάνοντας πολύ καλή διαχείριση χρόνου. 
Το να λέω όχι σε ορισμένα πράγματα σίγουρα με βοηθάει να κρατώ τις ισορροπίες. Αυτό μπορεί να σημαίνει:

Λιγότερες υποχρεώσεις στο ημερολόγιό μας – Όχι σε μια ακόμη δραστηριότητα

Μινιμαλισμός στο σπίτι, στα πράγματά μας και συχνό decluttering (ξεκαθάρισμα) – Όχι σε ένα ακόμη παιχνίδι ή συσκευή


Η απλοποίηση προγράμματος και σπιτιού σίγουρα μας βοηθά να είμαστε πιο ήρεμοι όταν είμαστε αγχωμένοι από το χάος γύρω μας.

Σβήνουμε ειδοποιήσεις στο κινητό, αφήνουμε ακόμα και εντελώς κινητό και οθόνες, μαθαίνουμε να λέμε όχι, να «παίρνουμε το χρόνο μας”.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας έμαθα για την αξία του slow livingκαι αναρωτήθηκα, καθώς επιστρέφαμε σιγά σιγά στο «φυσιολογικό», αν όντως θέλω πίσω το παλιό μου φυσιολογικό…

Μπορώ να επιλέξω να απαλλαγώ από κάποιες δραστηριότητες, παιχνίδια ή πλάνα, ώστε να έχουμε όλοι χώρο και χρόνο; Ναι, μπορώ.

4. Δεν έχουμε αποφασίσει πώς πρέπει να φερθούμε

Όταν δεν έχουμε αποφασίσει πώς πρέπει να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση, πολλές φορές αντιδρούμε με το «θυμικό» μας, αντιδρούμε συναισθηματικά. Μπορεί να έχουμε τις καλύτερες των προθέσεων να πειθαρχήσουμε ήρεμα τα παιδιά μας, αλλά όταν κάνουν κάτι που δεν επιτρέπεται, οι προθέσεις αυτές εξατμίζονται και μετατραπόμαστε στον Hulk!

Γιατί; Γιατί δεν είχαμε προγραμματίσει τι θα κάναμε όταν θα γινόταν το συγκεκριμένο συμβάν.


Ειδικά για τους γονείς που πρέπει να φαίνεται πάντα στα παιδιά ότι έχουν κοινή γραμμή, το να έχουμε ένα συμφωνημένο σχέδιο για το όταν ένα παιδί δεν υπακούει, μάς βοηθάει να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να ελέγξουμε τα έντονα συναισθήματά μας. Χτύπησες την αδερφή σου; Δε μαζέψατε τα παιχνίδια σας; (Τι συμφωνήσαμε ότι θα συνέβαινε αν το κάνανε αυτό; Ποια είναι η συνέπεια;)

Ένα καλό σχέδιο απαιτεί συνέπεια και συνέχεια.

Επιπλέον, πιστεύω πως είναι σημαντικό (και υγιές) να δίνουμε στα παιδιά μας το βάρος να επιλέγουν τις δικές τους συνέπειες, να είναι υπεύθυνα για τις πράξεις τους. «Αν δεν ντυθείς γρήγορα, θα αργήσεις και θα πρέπει να εξηγήσεις στη δασκάλα σου γιατί άργησες.» ή «Επειδή δε σηκώνεσαι στην ώρα σου, δε θα σε ξαναξυπνήσω. Θα βάζεις μόνος σου ξυπνητήρι.».

Είναι πολύ σημαντικό να μην προσπαθούμε να λύσουμε το πρόβλημά τους αντί γι ‘αυτά και να τα ενθαρρύνουμε να βρουν από μόνα τους καλές λύσεις.

Να είμαστε περίεργοι, όχι θυμωμένοι, για το τι προκαλεί τη συμπεριφορά τους κάθε φορά.

Τις περισσότερες φορές, το συναίσθημα που κρύβεται πίσω από τον θυμό μας είναι ο φόβος. Αυτός μας οδηγεί να επιπλήξουμε γρήγορα ένα παιδί που «ξέφυγε»…

Ίσως φοβόμαστε την αποτυχία ή νιώθουμε αμήχανα που θυμώσαμε εύκολα και δεν ξέρουμε πώς να το διαχειριστούμε.

Σίγουρα, δεν είμαστε μόνο εμείς «θυμωμένη μαμά». Και σίγουρα μπορούμε να αλλάξουμε λίγο αυτήν την πορεία από το χάος στην ηρεμία.

Καθένας μας είναι διαφορετικός σαν γονιός, οπότε πρέπει να βρούμε μόνοι μας τι είναι αυτό που δουλεύει καλύτερα με εμάς. Το σημαντικό είναι το πρώτο βήμα, δηλαδή να συνειδητοποιήσουμε ότι θυμώνουμε λίγο παραπάνω από το «κανονικό».


Πρέπει να πάρουμε το χρόνο μας, να μην αντιδράσουμε σε πρώτο χρόνο.


Αν βοηθάει, ας πάρουμε βαθιές ανάσες και να μετρήσουμε μέχρι το δέκα. (αυτό το λέω και στα παιδιά μου όταν θυμώνουν: 3 βαθιές ανάσες και μετράμε μέχρι το 10)

Να αναρωτηθούμε τι θέλουμε να καταφέρουμε. Να έχουμε στο νου μας ότι στόχος μας είναι να μάθουν τα παιδιά από τις συνέπειες της πράξης τους και όχι να τα εκδικηθούμε που δεν έπραξαν σωστά.

Να μιλήσουμε όσο ήρεμα μπορούμε.

Να νιώσουν την αποφασιστικότητα και τη σιγουριά μας. Να μην επηρεαζόμαστε από το πώς νιώθουμε. Να μη νιώσουν τα παιδιά ότι επηρεάζουν τις αντιδράσεις και τη συμπεριφορά μας, ότι έχουν τέτοια δύναμη πάνω μας.

Να γνωρίζουν ότι υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο και συγκεκριμένη συνέπεια για κάτι που θα κάνουν (και ανάλογη με τη σοβαρότητα της πράξης ή της συμπεριφοράς τους) για να γίνουν υπεύθυνα παιδιά και υπεύθυνοι ενήλικες, αλλά και να νιώθουν ότι είμαστε πάντα δίπλα τους και τα αγαπάμε…

Καλή δύναμη και αγωνιστικούς χαιρετισμούς!

Μιλώντας στα παιδιά μας για τη διαφορετικότητα

Δυστυχώς, διανύουμε μια εποχή γεμάτη διχασμό, με περιστατικά προκατάληψης που συνεχώς τα βλέπουμε μπροστά μας στις ειδήσεις και αγχωνόμαστε για το πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τα παιδιά μας – αλλά και να τους δώσουμε τις σωστές αρχές και αξίες- μέσα σε έναν κόσμο που συχνά μοιάζει βυθισμένος στο μίσος.

Στη χώρα μας, βλέπουμε όλα τα είδη μίσους -ρατσισμό, μισογυνισμό, ομοφοβία- σε σημείο που φοβόμαστε όχι μόνο μήπως τα παιδιά μας δεχτούν ρατσισμό ή περιθωριοποιηθούν, αλλά πολύ περισσότερο μήπως προκαλέσουν τα ίδια άσχημα συναισθήματα σε τρίτους, με ρατσιστικά σχόλια και βίαιη συμπεριφορά.

Ανησυχούμε ότι τα παιδιά μας θα εκτεθούν από την παιδική τους ηλικία σε τέτοια φαινόμενα που είναι πιθανόν, δυστυχώς, να διαστρεβλώσουν τις απόψεις τους για τη διαφορετικότητα, τις διακρίσεις και την κοινωνική ένταξη. Ειδικά αυτά τα τελευταία χρόνια με το μεταναστευτικό κύμα και τις φασιστικές συμπεριφορές που έχουν κάνει την εμφάνισή τους και έχουν «δηλητηριάσει» και νέα παιδιά, ακόμα και σχολικής ηλικίας…

Δεν ξέρω αν μπορούμε να «κάνουμε θαύματα» σε μια τέτοια κοινωνία, μπορούμε, όμως, σίγουρα να δώσουμε τη μάχη μας σαν γονείς να αντιμετωπίσουμε την «ύπουλη προσέγγιση του μίσους», να δείξουμε στα παιδιά μας το δρόμο της αποδοχής της διαφορετικότητας, του σεβασμού στο συνάνθρωπο, της αγκαλιάς σε όποιον την έχει ανάγκη.

Κάποιοι γονείς ίσως δυσκολεύονται να αγγίξουν τέτοια θέματα συζήτησης. Αλλά όταν οι γονείς παραμένουν σιωπηλοί, τα παιδιά ίσως λάβουν το μήνυμα ότι ο ρατσισμός δεν έχει τόση σημασία ή ότι είναι πρόβλημα κάποιου άλλου, ότι είναι κάτι μακρινό από εμάς.

Για να σταματήσει ο ρατσισμός, όλοι πρέπει να αναλάβουν ενεργό ρόλο, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι, ανεξάρτητα από το αν τους επηρεάζει άμεσα ή όχι.

Γιατί είναι σημαντικό να μιλάμε για τη διαφορετικότητα και το ρατσισμό;

Όταν διδάσκουμε στα παιδιά από νωρίς ότι είναι εντάξει να μιλάμε για τις διαφορετικές φυλές και καταγωγές, τα βοηθάμε να κατανοήσουν, να σέβονται και να εκτιμούν τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων.

Αυτό χτίζει ενσυναίσθηση και συμπόνια για τους άλλους, έτσι ώστε τα παιδιά να μπορούν να βλέπουν πιο καθαρά, όταν τα πράγματα στον κόσμο τούς φαίνονται άδικα ή στραβά – και μπορούν να κάνουν κάτι γι ‘αυτό.

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να τους μιλήσουμε για το ρατσισμό;

Χωρίς να γνωρίζω το σωστό τρόπο, θεωρώ ότι για κάθε οικογένεια, αυτή η συζήτηση θα είναι διαφορετική, ανάλογα με τις εμπειρίες, τα βιώματά μας, την προσωπική εμπειρία μας με το ρατσισμό.

Μπορούμε να διαβάζουμε σχετικά βιβλία ή να βλέπουμε εκπομπές ή ακόμα και να τους πούμε με δικά μας λόγια την ιστορία κάποιου πολιτικού ή ακτιβιστή.

Μέσα από αυτό, θα προκύψει κάποια συζήτηση, κάποιες απορίες.

Είναι η στιγμή να διευκρινήσουμε τις αξίες της οικογένειάς μας. Να τους δείξουμε με λόγια, με κάποιο παράδειγμα, με τις ενέργειές μας τι πιστεύουμε.

Να μιλήσουμε για ίση μεταχείριση για όλους, δικαιοσύνη, υποστήριξη για αυτούς που υποφέρουν και σεβασμό σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματός τους, τη γλώσσα που μιλούν ή άλλες διαφορές.

Να μιλήσουμε με απλά λόγια. Να μην τα βομβαρδίοσυμε με πολλές πληροφορίες. Απλά και ξεκάθαρα να παρουσιάσουμε τα γεγονότα.

Αν θέλουμε να σχολιάσουμε κάτι που συνέβη στις ειδήσεις, όπως αυτές τις μέρες στο Αφγανιστάν, να είμαστε ειλικρινείς για αυτό που συνέβη, αλλά δε χρειάζεται να δίνουμε στα παιδιά περισσότερες πληροφορίες από αυτές που χρειάζονται.

Σίγουρα, η ηλικία του παιδιού παίζει ρόλο.

Κάποια ζητήματα ίσως είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτά από μικρότερα παιδιά.

Στα μικρότερα παιδιά, προσχολικής ηλικίας, που μαθαίνουν για το σωστό και το λάθος και έχουν έντονη την αίσθηση της δικαιοσύνης, μπορούμε να μιλήσουμε για το τι είναι δίκαιο και τι όχι. Να δώσουμε κατανοητά παραδείγματα, όπως: «Τι γίνεται αν κάποιος έβγαζε έναν κανόνα που λέει ότι όλοι όσοι έχουν καστανά μαλλιά πρέπει να τρώνε ένα διαφορετικό σνακ στο διάλειμμα από την υπόλοιπη τάξη; Φαίνεται δίκαιο;«

Στα παιδάκια που πηγαίνουν σχολείο, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πρακτικά παραδείγματα από την καθημερινή ζωή για να τα βοηθήσουμε να καταλάβουν πώς θα ένιωθαν εάν υφίσταντο διακρίσεις ή παραλείπονταν σκόπιμα, πχ. «Πώς θα νιώθατε αν κάποιος κρατούσε όλες τις κούνιες στην παιδική χαρά και δεν άφηνε κανέναν άλλο να κάνει;» ή «Πώς θα αισθανόσασταν αν βλέπατε έναν μαθητή της πέμπτης δημοτικού να εκφοβίζει ένα μαθητή της πρώτης;» Για τα παιδιά αυτής της ηλικίας, πιστεύω, θα μπορούσαμε μετά να κάνουμε την αντιπαραβολή με παραδείγματα πραγματικών ομάδων ατόμων που έχουν υποστεί διακρίσεις.

Οι ερωτήσεις αυτές, σίγουρα, θα βοηθήσουν στην αύξηση της ενσυναίσθησης των παιδιών και θα πυροδοτήσουν το πάθος τους να υπερασπίζονται τους άλλους.

Τα μεγαλύτερα παιδιά και οι έφηβοι είναι καλύτερα προετοιμασμένα να αντιμετωπίσουν πιο σκληρά θέματα. Μπορούν να καταλάβουν πώς μπορεί να αισθάνεται κάποιος εάν είναι στόχος ρατσισμού, αλλά μπορεί να αισθάνονται ανήμποροι να κάνουν οτιδήποτε γι ‘αυτό.

Σε αυτές τις ηλικίες θεωρώ ότι πρέπει να τους δείξουμε τρόπους να βοηθήσουν, πράξεις για να νιώσουν δυναμικά και στηρίξουν ουσιαστικά θύματα ρατσισμού, όπως επιστολές, άρθρα, εθελοντισμό.

Αλλά να συζητάμε μαζί τους, να τους βοηθάμε να επεξεργαστούν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους: «Τι πιστεύετε για αυτά που είδατε στην τηλεόραση;«, «Τι έχετε ακούσει;» ή «Τι συζητούν οι φίλοι σας;» Αυτό θα μας βοηθήσει να έχουμε μια αίσθηση του τι κατανοούν τα παιδιά μας από όλα όσα προσλαμβάνουν, ώστε να μπορούμε να συμπληρώσουμε τυχόν κενά με γεγονότα ή να τονίσουμε τις αξίες που έχουμε στην οικογένειά μας.

Δύσκολες συζητήσεις όπως αυτές είναι λογικό να προκαλούν έντονα συναισθήματα, όπως θυμό, θλίψη, σύγχυση κ.λπ. Τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα ρατσισμού, τα ίδια ή μέλη της οικογένειάς τους, μπορεί να έχουν ακόμη πιο έντονα συναισθήματα ή φόβους γύρω από αυτά τα θέματα.

Πρέπει να διαβεβαιώνουμε τα παιδιά μας ότι τα συναισθήματά τους είναι σημαντικά και αποδεκτά. Γι’ αυτό θα πρέπει κι εμείς να μοιραζόμαστε τα δικά μας συναισθήματα με υγιή τρόπο: «Νιώθω θλίψη αυτή τη στιγμή και είναι εντάξει. Δεν θα νιώθω πάντα έτσι». Αυτό βοηθά τα παιδιά να βάλουν τα πράγματα σε προοπτική.

Αλλά η συζήτηση αυτή δεν τελειώνει ποτέ.

Το να μιλάμε στα παιδιά μας για τις άλλες εθνικότητες, τις διαφορετικές φυλές και καταγωγές, το ρατσισμό δεν πρέπει να είναι κάτι που κάνουμε μία φορά. Πρέπει να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας να έρθουν σε εμάς με ερωτήσεις οποιαδήποτε στιγμή και να συνεχίσουμε να μιλάμε για αυτά τα ζητήματα.

Και τι γίνεται αν δεν έχουμε απάντηση;

Είναι εντάξει να μην υπάρχουν όλες οι απαντήσεις. Εάν δεν ξέρουμε πώς να απαντήσουμε σε κάτι, που είναι ακρετά πιθανό, να είμαστε ειλικρινείς και να το λέμε. Να τους πούμε ότι θα μάθουμε και θα μοιραστούμε μαζί τους όσα μάθαμε.

Οι γονείς μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα για να μεγαλώσουμε συμπονετικά παιδιά που θέλουν να βοηθήσουν τους άλλους.

Μέσα από αυτά που ζούμε και τις πράξεις μας θα μάθουν.

Να κάνουμε παρέα με ανθρώπους διαφορετικούς, να μιλάμε σε όλους όμορφα και με σεβασμό.

Να μάθουμε για άλλους πολιτισμούς.

Να μάθουμε μαζί για ανθρώπους από άλλα μέρη.

Να διαβάσουμε βιβλία, να παρακολουθήσουμε ταινίες, να ακούσουμε μουσική, να μάθουμε για γιορτές που δεν αποτελούν μέρος των δικών μας παραδόσεων.

Να παρακολουθήσουμε πολιτιστικές εκθέσεις και μουσεία που αναδεικνύουν ιστορίες, τέχνη και ιστορία των ανθρώπων που διαφέρουν από εμάς.

Να μιλάμε.

Και να τους μάθουμε να μιλάνε.

Όταν βλέπουμε κάτι που δεν είναι δίκαιο, να κάνουμε κάτι γι ‘αυτό.

Να πούμε κάτι.

Να γράψουμε ένα γράμμα.

Να δημιουργήσουμε τέχνη που να υποστηρίζει αυτό το σκοπό.

Να ενθαρρύνουμε τα παιδιά σας να κάνουν το ίδιο.

Να συζητάμε συχνά ως οικογένεια και να κάνουμε πράγματα μαζί για να μάθουμε και να γιορτάζουμε τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων.

Θα βοηθήσουμε να καλλιεργηθεί η ενσυναίσθηση των παιδιών μας για τους άλλους ανθρώπους και η δική μας ενσυναίσθηση.

Να τους μάθουμε να αγαπάνε…

Να βλέπουν ειδήσεις τα παιδιά;

Είπα χθες στο Instagram ότι θα γράψω γι’ αυτό το θέμα γιατί πραγματικά το έχω σκεφτεί πάρα πολλές φορές και γενικά στο σπίτι μας το τηρούμε ευλαβικά: δε βλέπουμε ειδήσεις και γενικά προγράμματα στην τηλεόραση που δεν είναι κατάλληλα για την ηλικία των παιδιών μας. 

Με έχουν ρωτήσει κατά καιρούς γιατί δεν μπορούν να δουν survivor ή διάφορες ελληνικές ή ξένες σειρές, διάφορες εκπομπές κλπ στην τηλεόραση που μπορεί να βλέπουν κάποιοι συμμαθητές τους. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε ότι κάθε πρόγραμμα είναι ανάλογα με την ηλικία του καθενός και παρόλο που δεν τους αρέσει η απάντηση, το τηρούν.

Και το κάνουμε γιατί αυτά που προβάλλονται στην τηλεόραση συχνά δεν τα αντέχω ούτε εγώ… Δε θέλουμε τέτοιες εικόνες στο κεφάλι τους, τουλάχιστον όχι από τώρα.

Βέβαια, θα τύχει να δουν τηλεόραση και στα σπίτια των γιαγιάδων ή κάποιος φίλος τους να τους εξηγήσει αναλυτικά τι είδε ή να ακούσουν κι εμάς να συζητάμε για ένα θέμα. Σε αυτή την περίπτωση, συνήθως θα αναφέρουν κάτι που τους έκανε εντύπωση (νιώθουν ότι έκαναν κάτι πολύ σημαντικό, κάτι που κάνουν μόνο οι μεγάλοι) οπότε θα τους μιλήσουμε όπως μπορούμε για το θέμα.

Αυτές τις μέρες, όμως, η τηλεόραση έπαιζε «πυρκαγιές» σχεδόν όση ώρα ήμασταν στο σπίτι…Και μας έλεγαν «πάλι φωτιές θα δούμε;»

Οι ειδήσεις και η επικαιρότητα μπορεί να είναι ενοχλητικές για τα μικρά παιδιά. Πολλά είναι τα παιδιά που ανησυχούν πολύ για τις τρέχουσες υποθέσεις.

Με μέτρο, η τηλεόραση, σίγουρα, μπορεί να είναι μια μεγάλη πηγή εκπαίδευσης και ψυχαγωγίας για τα παιδιά. 

Αλλά η απεριόριστη θέαση φέρνει  αντιμέτωπα τα παιδιά με πραγματικότητες, που πολλά από αυτά δεν είναι ψυχολογικά έτοιμα να «χωνέψουν».  Θα παρακολουθήσουν σκηνές βίας ή/και αιματοχυσίες, βομβαρδισμούς, τραυματίες από σεισμούς και καταστροφές, θα δουν πεινασμένα και εγκαταλελειμμένα παιδιά από όλο τον κόσμο, κακοποιημένα ζώα και θα ακούσουν για απαγωγές παιδιών, ενώ κοιμούνται, παίζουν ή έχουν πάει διακοπές.
Το άγχος τους θα φανεί κι από τις ερωτήσεις που κάνουν τα παιδιά μετά την έκθεσή τους στα ΜΜΕ:

«Μπορεί το σπίτι μας να πλημμυρίσει όπως αυτά στις ειδήσεις;»

«Μπορεί να καεί και η δικιά μας περιοχή;»

«Αν γινόταν πόλεμος στη χώρα μας, θα έπρεπε να πας να πολεμήσεις, μπαμπά;»

«Τι θα πάθουμε όταν ο ήλιος κάψει τη Γη;»

«Θα πάθω κι εγώ καρκίνο όπως εκείνο το κορίτσι χωρίς μαλλιά;»

«Μαμά, γιατί να σκοτώσει κάποιος τη γυναίκα του; Αφού είναι παντρεμένοι κι αγαπιούνται.»

«Κι αν την ώρα που πάω σχολείο, κάποιος με απαγάγει;»


Έχω ακούσει από άλλους γονείς και έχω διαβάσει και σε παρόμοιες μελέτες ότι πολλά παιδιά στο δημοτικό είχαν εφιάλτες σχετικές με τις τρέχουσες ιστορίες που είχαν ακούσει στις ειδήσεις ή είχαν δει στην τηλεόραση.

Είναι πολύ εύκολο να αφήσουμε την τηλεόραση ανοιχτή να παίζει – μπορεί να μην έχουμε καν επίγνωση του τι ακούνε και βλέπουν τα παιδιά μας.

Δυστυχώς, τα παιδιά (ανάλογα με την ηλικία τους) στερούνται  της γνώσης, των πληροφοριών, της εμπειρίας ή της κατανόησης για να θέσουν τις ειδήσεις σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ή να εκτιμήσουν ρεαλιστικά τους κινδύνους.

Εξαιτίας αυτού, τα παιδιά τείνουν να γεμίζουν τα κενά με τη φαντασία τους.  Ένας εντυπωσιακός τίτλος μπορεί να δώσει «τροφή» για πραγματικά εφιαλτικά σενάρια που μπορούν αργότερα να τα κρατήσουν ξύπνια όλη τη νύχτα.

Αυτά που έχουμε εμείς στο νου μας ως γονείς με το Γιώργο* είναι τα παρακάτω:

1. Μέχρι να γίνουν τα παιδιά 10 περίπου χρόνων, να περιορίσουμε τα προγράμματα επικαιρότητας που δεν  απευθύνονται σε μικρές ηλικίες. Αν τύχει να είναι ανοιχτή η τηλεόραση σε πρόγραμμα που πιθανώς δείξει κάτι που δεν το περιμέναμε, το καλύτερο είναι να καθόμαστε μαζί τους, να ξέρουμε ακριβώς τι έχει δει. Να μην είναι ανοιχτή η τηλεόραση και να δείχνει οτιδήποτε. Έτσι, έχουμε την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε τυχόν φόβους και να προσφέρουμε μια πιο ισορροπημένη οπτική. 

2. Να μη φοβόμαστε να ρωτήσουμε απευθείας τα μικρότερα παιδιά εάν έχουν ανησυχίες για οτιδήποτε έχουν δει στην τηλεόραση, ώστε να ξέρουμε πώς να απαντήσουμε και τι πρέπει να τους πούμε. Πιστεύω ότι έτσι θα τους ενθαρρύνουμε να μοιράζονται μαζί μας τους φόβους και τις ανησυχίες τους από μικρή ηλικία και ελπίζω να συνεχιστεί και στο μέλλον.

3. Αν τελικά αφήσουμε τα παιδιά (που είναι κάτω των δέκα σήμερα) να παρακολουθήσουν τις ειδήσεις, όπως τώρα με τις πυρκαγιές, είμαστε εκεί μαζί τους και τους ρωτάμε αν κάτι που είδαν τα ενόχλησε ή τα τάραξε.

4. Αν τα παιδιά μας εκδηλώσουν φόβο για κάτι που είδαν ή άκουσαν, εννοείται πως τα παίρνουμε πάντα στα σοβαρά.  Πρέπει να αντισταθούμε στον πειρασμό να γελάσουμε ή να το κάνουμε να νιώσει «χαζό» με αυτό που μας είπε. Αυτό δεν θα τα κάνει να νιώσουν καλύτερα.

Τα παιδιά μπορούν να αγχώνονται για πράγματα που μπορεί να φαίνονται παράλογα στους ενήλικες, αλλά αν αισθάνονται ότι γελοιοποιούνται, ότι γίνονται ρεζίλι με αυτό που είπαν, μπορεί κάλλιστα να αποφασίσουν να κρατήσουν τις ανησυχίες τους για τον εαυτό τους στο μέλλον.  

Πολλοί κι από τους δικούς μας ακόμα φόβους είναι παράλογοι, αλλά αυτό δεν τους κάνει λιγότερο πραγματικούς.  Το να σκεφτούμε προσεκτικά τις ανησυχίες των παιδιών μας και να υιοθετήσουμε μια ρεαλιστική προσέγγιση επίλυσης παρόμοιων προβλημάτων θα αποδειχθεί χρήσιμο σε πολλά επίπεδα.

Όχι μόνο θα τους δείξει ότι ενδιαφερόμαστε για τις ανησυχίες τους, αλλά δείχνει, επίσης, ότι μια λογική, αιτιολογημένη απάντηση μπορεί να συμβάλει πολύ στην ηρεμία τους.

5. Είμαστε ειλικρινείς μαζί τους, αλλά όσα τους εξηγούμε πρέπει να είναι ανάλογα με την ηλικία τους και το γνωστικό τους επίπεδο.

6. Πιστεύουμε ότι, γενικά, πρέπει να τους μιλάμε για ό, τι συμβαίνει στις ειδήσεις. Να γνωρίζουν τι γίνεται στη χώρα, στον κόσμο, για πόσα πράγματα πρέπει να νιώθουμε ευγνώμονες, για πόσα πρέπει να παλεύουμε, για τα σημαντικά και τα ουσιαστικά.

*Σε καμία περίπτωση, δε θεωρώ ότι γνωρίζουμε ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε με τα παιδιά και πώς ακριβώς να συμπεριφερθούμε ή ότι αυτό που κάνουμε είναι το σωστό. Δεν έχουμε καμία ειδικότητα ή εξειδίκευση στο ζήτημα, πέρα από όσα έχουμε βιώσει, έχουμε διαβάσει και όσα νιώθουμε.

…Πώς να πετάξεις σ’ αυτόν το μαύρο τον ουρανό…

Τέλος Αυγούστου το 2007, πήγα στη συναυλία της Χαρούλας Αλεξίου στο Στάδιο Αγρινίου. Η Χαρούλα, πολυαγαπημένη μας, δε χάνουμε ευκαιρία να την απολαύσουμε. Πριν τη συναυλία – κι ενώ υπήρχαν σενάρια για ακύρωση, αν θυμάμαι καλά- μαθαίνουμε πως τα έσοδα θα δοθούν για τους πυρόπληκτους της Ηλείας. Και η Χαρούλα τραγουδάει τέλι-τέλι-τέλι (…) μ’ έκανες κουρέλι, δε σ’ αντέχω πια. Τούτη η γη σου θέλει, σπίρτο και φωτιά… Και σχεδόν κλαίει στη σκηνή και σταματά και λέει «όχι δεν μπορώ να το πω…. αγάπη θέλει τούτη η γη…»

Δε θα την ξεχάσω αυτή τη στιγμή. Ούτε θα ξεχάσω όλες τις τραγικές, σπαρακτικές ιστορίες των ανθρώπων που χάθηκαν ή έχασαν την οικογένειά τους… 

Στις 24 Αυγούστου 2007, 63 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στην Ηλεία . Η Μάκιστος και Αρτέμιδα ήταν τα πρώτα χωριά που η φωτιά συνάντησε στο πέρασμά της κάνοντας τα πάντα στάχτη. Τα χωριά Γεράκι Αμαλιάδας, Κρέστενα, Γρύλλος, Καϊάφα, Νεοχώρι, Βρεστό, Καλλιθέα, Σάμικο, Πλατιάνα, ο Δήμος Ζαχάρως, η Ανδρίτσαινα, η Κλινδία, το Μουζάκι, το Φανάρι, Μπεντένι Ηλείας και πλειάδα μικρότερων οικισμών επλήγησαν, καταστρέφοντας δασικές και οικιστικές εκτάσεις. Απειλήθηκε, όπως και σήμερα, ακόμα και ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας.

Κάηκαν συνολικά 147 χωριά, απανθρακώθηκαν 30.000 ζώα, 870.000 στρέμματα δάσους και 230.000 στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων έγιναν στάχτη. Περισσότερα από 180 σπίτια καταστράφηκαν ολοκληρωτικά…

Το καλοκαίρι του 2007 οι δασικές πυρκαγιές σε πολλούς νομούς της Ελλάδας είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 84 άνθρωποι και να καούν 1.500 σπίτια και περισσότερα από 2.700 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης, 4,5 εκατομμύρια ελαιόδεντρα και 60.000 ζώα.

Στις 23 Ιουλίου το 2018, δύο μεγάλες πυρκαγιές ξέσπασαν στην Αττική, η πρώτη στην Κινέτα και η δεύτερη κοντά στο Νταού Πεντέλης. Στη δεύτερη περίπτωση η πυρκαγιά επεκτάθηκε και πέρασε μέσα από τους οικισμούς Νέος Βουτζάς και Μάτι με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη τραγωδία: έχασαν τη ζωή τους 102 άνθρωποι και τραυματίστηκαν δεκάδες άλλοι. Από τις δύο πυρκαγιές καταστράφηκαν ολοσχερώς ή έπαθαν ζημιές χιλιάδες σπίτια και κάηκαν και δεκάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους.
Το μέτωπο της φωτιάς κινήθηκε με τεράστια ταχύτητα, εγκλώβισε όσους βρίσκονταν μεταξύ της Λεωφόρου Μαραθώνα και της θάλασσας και προκάλεσε την εκατόμβη των θυμάτων.

Κι αν με ρωτήσεις αν έκλαψα όταν τερμάτισα στον πρώτο μου Μαραθώνιο το 2019 στο Καλλιμάρμαρο, θα σου πω ότι όταν περνούσα από το Μάτι έκλαψα περισσότερο για όλο αυτό που αντίκρισα… 

Γιατί;

Ο Γιόχαν Γκόλνταμερ, ερευνητής του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ, ειδικευμένου στη μελέτη των δασών, εξηγεί ότι αυτό που συνέβη το 2018 στην Αττική συνδέεται άμεσα με το βασικό πρόβλημα των μεσογειακών χωρών: “Στις πρώην αγροτικές περιοχές γύρω από την Αθήνα η καλλιεργήσιμη γη δεν αξιοποιείται τόσο εντατικά όσο παλαιότερα. Αντ’ αυτού γύρω από τις μεγάλες πόλεις έχουν αναπτυχθεί αστικές δομές με ακαλλιέργητα χωράφια και κήπους. Αυτό κάνει την κατάσταση τόσο επικίνδυνη. Στο παρελθόν τα αιγοπρόβατα τρέφονταν από το γρασίδι και τους χαμηλούς θάμνους στις περιοχές αυτές και έτσι το τοπίο φαινόταν μεν γυμνό, αλλά δεν ξεσπούσαν μεγάλες, καταστροφικές πυρκαγιές. Σήμερα οι άνθρωποι δεν εκμεταλλεύονται τη γη αυτή, υπάρχουν περισσότερα εξοχικά, κήποι και δέντρα – αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε πολλές νοτιοευρωπαϊκές χώρες. Έτσι τα προάστια πόλεων είναι συνήθως πιο ευάλωτα σε πυρκαγιές. Εκεί οι φωτιές γίνονται ανεξέλεγκτες.

Η πυρκαγιά στο Μάτι εκδηλώθηκε κάτω από ακραίες πυρο-μετεωρολογικές συνθήκες και παρουσίασε ακραία συμπεριφορά πυρός, καθιστώντας αναποτελεσματική την προσπάθεια που κατεβλήθη για τον περιορισμό και τον έλεγχό της. Περιβαλλοντικές συνθήκες παρόμοιες με αυτές που καθοδήγησαν τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι«, σημειώνεται στην ανάλυση, «δε θα πρέπει να αποκλειστούν στο εγγύς μέλλον, καθώς η κλιματική αλλαγή μας φέρνει αντιμέτωπους με μία νέα πραγματικότητα ακραίων δασικών πυρκαγιών, οι οποίες εύκολα μπορούν να ξεπεράσουν τις δυνατότητες καταστολής, ανεξάρτητα από την αφθονία και την τεχνολογία των διαθέσιμων μέσων δασοπυρόσβεσης«.

Τα ίδια σε γενικές γραμμές βλέπουμε να συμβαίνουν όχι μόνο σε χώρες της Μεσογείου και του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά τελευταία και σε βορειότερα κλίματα.

Η κλιματική αλλαγή είναι μια πραγματικότητα. Κι εμείς το βλέπουμε απλά σαν «θέμα έκθεσης για πανελλήνιες».

«Τα σκοτάδια δεν διαλύονται με τις φωτιές, μένουν τα μαύρα αποκαΐδια όταν δεν φωτιζόμαστε από τη φλόγα της ψυχής μας και της μνήμης.

Καίγεται η χώρα μας, όχι μόνο κάθε καλοκαίρι. Η κρίση είναι πολύπλευρη, δεν είναι μονάχα οικονομική. Ο καρκίνος κάνει μεταστάσεις. Ξεριζώνει την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά. Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι που ενστικτωδώς γνωρίζουν πως ο θάνατος γίνεται δυο φορές σκληρότερος όταν δεν βρίσκει αντίσταση ο ερχομός του.

Το σώμα της πατρίδας μας πυρπολείται γιατί δεν τη σεβόμαστε, δεν την αγαπάμε και αδιαφορούμε επί της ουσίας για τα δεινά που προξενούμε. Γιατί δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πως η πατρίδα μας είμαστε εμείς και οι άλλοι, οι απέναντι, εμείς είμαστε πάλι. (…)

Οι επαγγελματίες της πολιτικής θα τα ρίξουν ο ένας στον άλλον. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης θα υπερβάλουν ως συνήθως σκορπώντας τον τρόμο και τον φόβο καθότι αυτά πωλούν στους καθηλωμένους πολίτες και με τον δικό τους τρόπο στρώνουν τον δρόμο στον εκφασισμό και στην υποταγή.

Όταν δεν αντιμετωπίζουμε τη φύση ως ζωντανό οργανισμό και δεν καταλαβαίνουμε πως είμαστε η προέκτασή τους και όταν το αντικείμενο δεν υποκειμενικοποιείται, τότε θα καιγόμαστε χωρίς να το παίρνουμε χαμπάρι.(…)

Δεν είναι θέμα οικολογικό ή θέμα ευαισθησίας. Η κοινωνική οικολογία έχει να κάνει με την ίδια μας την ύπαρξη. Στεκόμαστε με δέος μπροστά στα φυσικά φαινόμενα, πλημμύρες, καταστροφές, πυρκαγιές, σεισμούς και καταποντισμούς. Οι περιβαλλοντικές καταστροφές όμως που προκαλεί ο άνθρωπος και έχουν φέρει τον πλανήτη στα όρια της ύπαρξής του αντιμετωπίζονται ΜΟΝΟ όταν λειτουργήσουν οι κοινωνίες ως κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα.(…)

Ο πολιτισμός δεν είναι συμπλήρωμα της πολιτικής, είναι το όλον της ύπαρξής της…» (Δημήτρης Παπαχρήστος, ΑΥΓΗ, 15/08/2019)

Η κλιματική αλλαγή είναι μια πραγματικότητα.

Η θερμοκρασία της γης ανεβαίνει. Οι παγετώνες συρρικνώνονται. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει. Ο καιρός έχει γίνει πιο ακραίος, τόσο ζεστός όσο και κρύος – όπως και οι βροχοπτώσεις και η ξηρασία σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Οι επιστήμονες είναι σαφείς ότι είμαστε υπεύθυνοι για αυτήν την αλλαγή: η αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως από τη χρήση ορυκτών καυσίμων και από την αποψίλωση των δασών, οδήγησε σε όλες αυτές τις αλλαγές που βλέπουμε. Αυτό δεν προέκυψε φυσικά, από τη φύση. Εμείς το κάναμε αυτό.

Και επηρεάζει τα παιδιά μας.

Γράφει για αυτά τα παιδιά τόσο αληθινά και παραστατικά η Χριστίνα Γαβρίλη (@iprigipessa – https://iprigipessa.com/)

«(…) Τι θα πούμε στα παιδιά μας;
 
Όταν το πόσιμο νερό τελειώσει.
Όταν σπανίσουν φρούτα και τα λαχανικά.
Όταν το τελευταίο παγόβουνο θα λιώσει.
Όταν τα πάντα θα γίνουν τοξικά;
 
Ότι δεν ξέραμε;
Ότι δεν μας ένοιαζε;
Ότι δεν το είδαμε να έρχεται;
Χμμμ, ίσως αυτό να ταίριαζε:
 
«Συγχωρέστε μας αγαπημένα μας παιδιά»
 
Δε χορτάσαμε ήλιο, δάση, θάλασσες, φαγητά,
καφέδες, ταξίδια, ρούχα, σπίτια, αυτοκίνητα…
Θέλαμε κι άλλο, κι άλλο….
Δε σεβαστήκαμε, μέχρι που δεν πήγε άλλο.
 
Είναι γλυκιά η τρυφηλή ζωή.
 
Δε χορταίνεται!
 
Και μας τα έδωσαν στο πιάτο που να πάρει.
Και μας είπαν «λευκέ, αυτό είναι το φυσιολογικό»
Πως είμαστε ΟΛΑ ΕΝΑ δεν πήραμε χαμπάρι.
Πιαστήκαμε στα δίχτυα, χάσαμε το ένστικτο το ανθρώπινο. (…)
  
Δεν καίγεται μόνο η Αττική, η Εύβοια και η Μάνη.
Δεν κάηκε μόνο η Τουρκία, η Αυστραλία, το Μεξικό.
Καήκαμε όλοι.
Κάθε φορά καιγόμαστε ΟΛΟΙ.
 
Και δεν καίγονται μόνο τα δάση.
Καίγεται μαζί κι ο ήλιος.
Καίγονται οι θάλασσες. .
Καίγεται της ζωής ο κύκλος.
 
Μα το χειρότερο … καίγονται τα παιδιά μας!
 
Και τι θα τους πούμε; (…)»

Πραγματικά ελπίζω να μην ξεχάσουμε ποτέ όλους αυτούς που χάθηκαν, όλα αυτά που χάθηκαν, αλλά και να παλέψουμε για το μέλλον αυτών των παιδιών που τώρα ξεκινάνε το ταξίδι τους, τώρα μαθαίνουν τον κόσμο. 

Δεν έχω άλλα λόγια, μόνο δάκρυα…