Όσα θυμάμαι από την Πόντια γιαγιά μου

Η μαμά της μαμάς μου ήταν η Πόντια γιαγιά Μαρίκα.

Ζούσε με τον παππού μου το Λάζαρο στο Ζαχαράτο, ένα χωριό δίπλα στο Κιλκίς. Μέχρι να πάρουν σύνταξη ασχολούνταν με τις αγελάδες τους και μάλιστα τους είχαν και ονόματα!

Πηγαίναμε εκεί κάθε καλοκαίρι και Πρωτοχρονιά. Τα καλοκαίρια κάναμε βόλτες στο χωριό και πηγαίναμε κοντινές εκδρομούλες και το χειμώνα περιμέναμε κοιτώντας από το παράθυρο πώς και πώς να χιονίσει.

Όταν ήμασταν μικρές με την αδερφή μου μέναμε καιρό στο χωριό τα καλοκαίρια και ενθουσιαζόμασταν με όλα αυτά τα μικρά πράγματα.

Αυτή η γυναίκα ήταν πραγματικά ακούραστη.

Θεωρούσε πάντα πως σκοπός μας είναι να αξιοποιούμε κάθε λεπτό του χρόνου μας και κάθε μικρό πραγματάκι που διαθέτουμε.

Έφτιαχνε μόνη της σάλτσες, γλυκά του κουταλιού, μαρμελάδες, τουρσιά κλπ, είχε το δικό της μπαχτσέ, τον κήπο με τα λαχανικά της. Η μυρωδιά της φρέσκιας ντομάτας μου θυμίζει τόσο πολύ τη γιαγιά μου.

Επιδιόρθωνε μόνη της τα ρούχα τους γιατί ήταν σπουδαία μοδίστρα. Παλιά έφτιαχνε δικά της ρούχα για όλους μας.

Πρέπει να είχε στην ντουλάπα της σίγουρα 10 πυτζάμες και αμέτρητα ζευγάρια κάλτσες, στη συσκευασία τους ακόμα, αφού επέμενε να μπαλώνει όλα τους τα ρούχα.

Είχε και μια ξύλινη ραπτομηχανή. Ακόμα θυμάμαι τα μικρά της συρταράκια που πάντα ψάχναμε με την αδερφή μου για μικρούς «θησαυρούς». Θυμάμαι και τη μυρωδιά αυτής της ραπτομηχανής.

Τρελαινόταν να μας κάνει να γελάμε.

Έκανε ότι δεν καταλάβαινε τι εννοούσαμε κι εμείς ξεκαρδιζόμασταν. Πάντα ξέραμε ότι δεν τα εννοεί, αλλά και πάλι μας φαινόταν τόσο αστείο.

Φορούσαμε τζιν με σκισίματα ή μπλουζάκια πολύ κοντά και έλεγε «έλα να σου το ράψω» ή «καλέ, σου είναι μικρό αυτό!».

Καθόταν δίπλα μου με την ποδιά της, που τη φορούσε σχεδόν μόνιμα, και της έλυνα το κορδόνι και πάντα -μα πάντα- προσποιούταν ότι την πάτησε!

Έπαιρνε τα χέρια μου μέσα στα δικά της τα τόσο δουλεμένα και ταλαιπωρημένα κι έλεγε «χάρτινα χεράκια».

Κάποια στιγμή μάς επισκέφθηκε στο Αιτωλικό. Θυμόταν ότι κάναμε πλάκα με ένα πολύ παλιό ξύλινο βαλιτσάκι της, του οποίου το κούμπωμα είχε χαλάσει και έδενε με σύρμα. Οπότε ήρθε στο Αιτωλικό με αυτό το βαλιτσάκι. Πραγματικά στρίμωξε εκεί τα πράγματά της μόνο για να μας κάνει αυτή την πλάκα!

Μας έλεγε συνέχεια ιστορίες από τα παιδικά της χρόνια.

Την ακούγαμε τόσο προσεκτικά κι ας είχαμε ακούσει κάθε ιστορία χίλιες φορές. Τα περιέγραφε τόσο παραστατικά.

Μας έλεγε για το σχολείο της, για κάποιον γονιό που δεν ήξερε καλά ελληνικά και έλεγε στο δάσκαλο κάθε πρωί «Καλημέρα, τράσκαλε!»
Κάθε φορά, λοιπόν, που μας καλημέριζε, σχεδόν όλα τα χρόνια, μας έλεγε «καλημέρα, τράσκαλε!» κι εμείς πάντα γελούσαμε!

Για πρωινό μας έφτιαχνε αυγόφετες, πισιά ή χτυπητό αυγό! Το λάτρευα και ακόμα το τρώω το χτυπητό αυγό. Το χτυπούσε με το κουτάλι στην κούπα κι έλεγε «αφρό σου το έκανα!» Αργότερα εκσυγχρονίστηκε και έφτιαχνε και κρέπες!

Μαγείρευε πάντα στο ξεχωριστό κουζινάκι που είχε, όπως πολλά σπίτια παλιότερα, παρόλο που είχε ολοκαίνουρια κουζίνα μέσα στο σπίτι. Τη θυμάμαι πάντα με μια λεκανίτσα με λερωμένο νερό, αφού είχε πλύνει τα πιάτα, να βγαίνει από το κουζινάκι και να τη ρίχνει στο δρόμο. Είχε λερώσει τα αυτοκίνητά μας από κάτω πάρα πολλές φορές!! Και πάντα καθόταν να φάει, αφού είχαμε τελειώσει όλοι το φαγητό μας, για να είναι σίγουρη ότι θα μας περιποιηθεί και δε θα μας λείψει τίποτα.

Έρχονταν φίλες της από το χωριό ή την έπαιρναν τηλέφωνο να τους πει τον καφέ ή να τους εξηγήσει το όνειρο που είδαν. Όταν της λέγαμε εμείς να μας πει τον καφέ έλεγε «εσείς κοριτσάκια είστε, μην τα πιστεύετε αυτά!» Αλλά μετά έπαιρνε στα χέρια της το φλυτζάνι και έκανε μορφασμούς, δηλώνοντας ότι κάτι είχε ανακαλύψει!

Ένας πολύ απλός και ουσιαστικός άνθρωπος που έδινε μεγάλη αξία στις σχέσεις μας με τους άλλους.

Ένα μήνα πριν φύγει, ήταν άρρωστη και ξαπλωμένη στον κλασικό της καναπέ στο καθιστικό και πήγαμε να τη δούμε. Μου λέει «είσαι πάντα καλή με όλους. Να προσέχεις τους δικούς σου και να αγαπάς και τα πεθερικά σου σαν να είναι γονείς σου. Να τους προσέχεις και να μην τους στεναχωρήσεις ποτέ

Αυτή έζησε και μεγάλωσε την οικογένειά της, τα τρία της παιδιά, με τα πεθερικά της στο ίδιο σπίτι και μάλιστα η πεθερά της, η προγιαγιά μου έφυγε μετά τα 90 της χρόνια. Μεταξύ τους, δε, μιλούσαν τούρκικα, αφού αυτή ήταν η μητρική γλώσσα της προγιαγιάς και η γιαγιά μου τα είχε μάθει πολύ καλά με τόσα χρόνια συγκατοίκηση.Τούρκικα έμαθαν λόγω της προγιαγιάς και η μαμά μου με τα αδέρφια της.

Όταν ήμασταν μικρές, μας έκανε τρομερή εντύπωση να ακούμε στο σπίτι μια άλλη γλώσσα πέρα από τα ελληνικά.

Της γιαγιάς της Μαρίκας δεν της άρεσε να φεύγει από το σπίτι. Ήθελε τη σειρά της. Τώρα την καταλαβαίνω γιατί έτσι ακριβώς είμαι κι εγώ.

Τότε τη ρωτούσαμε «ρε γιαγιά, ο παππούς θα πάει εκδρομή με τα ΚΑΠΗ στην Κρήτη, δε θες να πάτε παρεούλα;» Ο παππούς εντωμεταξύ δεν είχε καλύτερο από τις εκδρομές!

Μας απαντούσε η γιαγιά με την εξής υποθετική ιστορία: «τι να πάω να κάνω, καλέ, με αυτούς; Κάθονται και παίζουν χαρτιά με τις ώρες! Κι αν την ώρα που ταξιδεύουν, παίζει χαρτιά και ο καπετάνιος και ξαφνικά ανοίξει μια τρύπα στο πλοίο και δεν το καταλάβει κανείς;» Πόσο είχαμε γελάσει…

Ξυπνούσε κάθε πρωί και έκανε διατάσεις. «Κάνω τη γυμναστική μου», μας έλεγε. Και πραγματικά, μέχρι να φύγει ήταν ευκίνητη και αεράτη. Κοντούλα πολύ και δραστήρια όσο δεν πάει.

Δεν άκουγε καλά, αλλά δεν ήθελε με τίποτα να βάλει ακουστικά γιατί έλεγε «τι είμαι εγώ; γριά;». Έβλεπε στην τηλεόραση μόνο προγράμματα με υπότιτλους γιατί δεν ήθελε να τη βάζει τέρμα σε ένταση ή γιατί ίσως ενοχλούσε συνήθως τους υπόλοιπους. Όταν έβλεπε Φώσκολο, όμως, το έβαζε τέρμα, και πήγαινε και κολλούσε στην τηλεόραση κι έλεγε «τώρα εσείς ακούτε; Όλο μιλάνε ψου, ψου, ψου, από μέσα τους«.

Όταν καθόμασταν οι δυο μας και μιλούσαμε, επειδή εγώ είμαι πολυλογού και έλεγα όλο ιστορίες και νέα μου, μου έλεγε «τι ωραία που μιλάς και κουβεντιάζουμε, οι περισσότεροι βαριούνται να μιλήσουν!» κι εγώ έπαιρνα θάρρος και συνέχιζα την πολυλογία μου!!!

Διάβαζε πολλά βιβλία, κυρίως βίους αγίων κλπ. και φυσικά, τα ποιηματάκια πίσω από τις ημέρες στα κλασικά ημερολόγια τοίχου με τα γυαλάκια της. Ένα καλοκαίρι που ήμασταν εκεί διάβαζα τον «Τελευταίο Πειρασμό» του Καζαντζάκη. Του έριξε μια ματιά και λέει «αχ το κορίτσι μου, διαβάζει για το Χριστό, πιστεύει σαν τη γιαγιά του

Σου έβγαζε την αίσθηση της σιγουριάς. Ότι είναι αυτάρκης και χαρούμενη με αυτά που είχε.

Πάντα ήταν αισιόδοξη, δεν γκρίνιαζε και δεν παραπονιόταν ποτέ.

Ειλικρινής, σε βαθμό να γίνεται ίσως και αγενής, κάποιες φορές, με τους δικούς της ανθρώπους, αλλά διπλωμάτισσα με αυτούς που δεν πολυσυμπαθούσε.

Την αγαπούσαν όλοι και πραγματικά στεναχωρήθηκαν πάρα πολλοί άνθρωποι όταν έφυγε..

Δεν είχε αρρωστήσει ποτέ και δεν της άρεσαν καθόλου οι γιατροί. Έφυγε μέσα σε ένα μήνα από όταν της διαγνώστηκε καρκίνος και πιστεύω ότι δεν πρόλαβε να ταλαιπωρηθεί, γιατί πραγματικά ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος…

Σήμερα συμπληρώνονται 8 χρόνια από τότε που έφυγε και κάθε μέρα κάτι θα σκεφτώ, κάπου θα φύγει το μυαλό μου και θα τη θυμηθώ. Γράφω, σήμερα, όλες αυτές τις μπερδεμένες αναμνήσεις, και νιώθω ότι είναι ακόμα εδώ.




Τρέξιμο: Τι να κρατήσουμε από την περίοδο της πανδημίας

Ήταν μια περίεργη χρονιά -για να το θέσω ευγενικά.

Η πανδημία συγκλόνισε τον κόσμο και τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια μας.

Όλα μας τα σχέδια, οι στόχοι, οι κανονικές καθημερινές ρουτίνες τινάχθηκαν στον αέρα.

Μας πήρε λίγο χρόνο για να επαναφέρουμε την ισορροπία μας.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους δρομείς, που δεν είχαν πια αγώνες να συμμετάσχουν. Το ημερολόγιό τους, το καλεντάρι τους ήταν ξαφνικά άδειο.

Ωστόσο, κάπως έπρεπε να συνεχιστεί η προπόνηση. Όλοι έπρεπε να το σκεφτούμε καλά και να βρούμε τρόπους για να παραμείνουμε εμπνευσμένοι, να κρατήσουμε το κίνητρό μας.
Και η αλήθεια είναι ότι βλέποντας όλους τους δρομείς γύρω μου και στα social media διαπίστωσα ότι ήταν πολλοί αυτοί που κατάφεραν να παραμείνουν εστιασμένοι στο στόχο τους και συνέχισαν να εμπνέουν κι άλλους στην πορεία. Παρακολουθώντας τους, καταγράφω μερικά διαχρονικά και θετικά σημεία όπου όλοι μας μπορούμε να βρούμε «έμπνευση»:

Να προσαρμοζόμαστε.

Όλοι μας είχαμε μεγάλα ή μικρά σχέδια για αυτήν την περίοδο και δεν τα πραγματοποιήσαμε. Είναι πολύ σημαντικό, όμως, να είμαστε προσαρμοστικοί, ευέλικτοι με τη ζωή γενικά, αλλά και με την προπόνησή μας ειδικά.

Να προσαρμοζόμαστε ανάλογα με τις παρούσες συνθήκες. Αυτό που είχε σημασία ήταν να αξιοποιήσουμε όσο καλύτερα μπορούσαμε την κατάσταση και να βρίσκουμε δημιουργικούς τρόπους για να κάνουμε την προπόνησή μας. Ακούσαμε, στα σκληρά lockdown, προπονήσεις τρεξίματος, ακόμα και μεγάλων αποστάσεων (#longruns) μέχρι και μέσα στο σπίτι!

Να επικεντρωνόμαστε σε αυτό που μπορούμε να ελέγξουμε.

Ακόμα κι αν δεν μπορέσαμε κάποιες περιόδους να βγούμε από το σπίτι μας για τρέξιμο, πολλοί από εμάς ασχοληθήκαμε -τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος της πανδημίας- με πράγματα που βοήθησαν την ψυχολογία μας και τη διατήρηση της καλής φυσικής μας κατάστασης -όσο αυτό ήταν δυνατόν τουλάχιστον.
Ασχοληθήκαμε με τη μαγειρική, την καλύτερη διατροφή μας -ξαναλέω, σίγουρα όχι για όλη την περίοδο!- την ανακάλυψη νέων ειδών γυμναστικής (#homeworkout) όπως yoga, προγράμματα hiit που βρίσκαμε στο YouTube και πολλά αντίστοιχα.
Κάποιοι, μάλιστα, μπήκαν στην διαδικασία να καταγράψουν προπονητικά προγράμματα, άρθρα με συμβουλές και tips, ακόμα και βιβλία, ή να ανεβάζουν στο διαδίκτυο βίντεο με προγράμματα και ρουτίνες ασκήσεων.
Συνειδητοποιήσαμε, αρκετοί από εμάς, ότι πρέπει να επικεντρωνόμαστε σε πράγματα που μπορούμε να ελέγξουμε, όπως η προσπάθεια και η στάση μας και όχι το άγχος και η ανησυχία για αυτό που δεν μπορούμε να ελέγξουμε, να αλλάξουμε.


Να αποδεχόμαστε που βρισκόμαστε.

Δεν είναι καθόλου περίεργο που πολλοί από εμάς χάσαμε το κίνητρό μας με την πανδημία, ειδικά την πρώτη της περίοδο. Η κατάσταση στο σπίτι με τα παιδιά, μια απρόσμενη καραντίνα, μπορούσαν να μας κουράσουν, να μας εξαντλήσουν. Μια ψυχική πρόκληση – η προσπάθεια να βγούμε από αυτή την κατάσταση σίγουρα ήταν ενδιαφέρουσα και όχι πολύ εύκολη.
Είναι πολύ σημαντικό, σε τέτοιες περιπτώσεις, να μην κρίνουμε αυστηρά τον εαυτό μας, εάν το κίνητρό μας είναι χαμηλό ή και ανύπαρκτο. Είναι φυσικό να εξασθενίσει ή και να «παγώσει», ειδικά σε τέτοιες συνθήκες. Αντί να νιώθουμε άσχημα και να είμαστε σκληροί με τον εαυτό μας, ας τον παρατηρήσουμε απλά κι ας τον αποδεχτούμε, να δεχτούμε το σημείο που βρισκόμαστε. Ίσως χρειαστεί να δώσουμε στον εαυτό μας χρόνο για ξεκούραση, ανάκαμψη, προσαρμογή και εύρεση νέων στόχων. Θα επιστρέψει το κίνητρο. Θα ξανάρθει.

Να θυμόμαστε ότι οι μικροί στόχοι κάνουν τη διαφορά.

Όταν όλα όσα περιμέναμε, στην κανονικότητά μας, ακυρώθηκαν, είναι φυσικό να αισθανόμαστε ασφυκτικά για λίγο, να νιώθουμε χαμένοι. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να βρούμε νέους στόχους. Με τον τρόπο αυτό, θα αποκτήσουμε και πάλι μια αίσθηση κατεύθυνσης, μια αίσθηση ότι κάτι καταφέραμε.
Οι μικροί στόχοι μπορεί να είναι το πρωινό ξύπνημα την ίδια ώρα, μια μικρή ρουτίνα ασκήσεων που κάνουμε, ένα ιδιαίτερο πρωινό που παίρνουμε, μια αλλαγή στη διατροφή μας. Όσο και να φαντάζουν ασήμαντα, είναι μικρές νίκες που «χτίζουν» στην καλή μας ψυχολογία.

Να επενδύουμε στην ενδυνάμωση.

Όπως έγραψα και παραπάνω, αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα και με τα #homeworkouts ανακαλύψαμε πολλές ασκήσεις και τρόπους ενδυνάμωσης. Μέσα σε μισή ώρα, καταφέραμε να ασχοληθούμε πραγματικά με ομάδες μυών που δεν ασχολούμασταν ιδιαίτερα πριν, κάτι που ήταν και διασκεδαστικό (και για τα παιδιά που συνήθως συμμετείχαν) και πραγματικά ικανοποιητικό.

Να τρέξουμε απλά επειδή το αγαπάμε.

Αναγκαστήκαμε να βγούμε, μέσα στην πανδημία, εκτός προγράμματος, πχ προπόνησης για το Μαραθώνιο της Αθήνας και να τρέχουμε κοντά στο σπίτι μας, σε ήσυχες, όμορφες περιοχές, ανεξερεύνητα, τοπικά μονοπάτια. Ανακαλύψαμε από την αρχή ότι μας αρέσει το τρέξιμο, ανεξάρτητα από το αν έχουμε αγώνα ή όχι.

Να φροντίζουμε τους συνανθρώπους μας.

Με κλειστά τα σπίτια μας και αλλαγές στις καθιερωμένες συναντήσεις μας με αγαπημένα μας πρόσωπα, πολλοί ανακαλύψαμε ξανά τη σημασία των τοπικών, μικρών κοινοτήτων, βρήκαμε μια νέα αίσθηση σκοπού. Αναγνωρίσαμε τη σημασία της κοινότητας και πώς πρέπει πραγματικά να συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την «καταιγίδα».
Βρήκαμε τρόπους να εμπνεύσουμε και να εμπνευστούμε από τους ανθρώπους γύρω μας με άλλους τρόπους. Κάναμε γυμναστική υπαίθρια, τρέχαμε, στηρίζαμε (και μας στήριζαν) όσους δυσκολευόταν να ανταπεξέλθουν στη νέα πραγματικότητα, ενημερωθήκαμε, αλλά και διαπιστώσαμε, τα τοπικά μας προβλήματα περισσότερο, φτιάξαμε ομάδες για να «βάλουμε το λιθαράκι μας» για μια καλύτερη, πιο ποιοτική καθημερινότητα και ζωή.

Να είμαστε ευγνώμονες για ό, τι έχουμε.

Με το κλείσιμο στο σπίτι και το «βομβαρδισμό» με κακές ειδήσεις σχετικά με την πανδημία ήταν αναμενόμενο να «μένουμε» στα αρνητικά, να παραβλέπουμε τα θετικά. Αλλά, πιστεύω, ήταν μια μεγάλη ευκαιρία, η μεγαλύτερη ίσως που θα μας δοθεί ποτέ, να επικεντρωθούμε σε όλα τα υπέροχα πράγματα που έχουμε.
Νομίζω ότι αυτή η πανδημία μας έχει κάνει να εκτιμήσουμε τα μικρά πράγματα στη ζωή που μερικές φορές θεωρούμε δεδομένα. Τώρα εκτιμούμε ακόμη περισσότερο τον πολύτιμο χρόνο με τα αγαπημένα μας πρόσωπα, με την οικογένειά μας, την υγεία μας.
Πριν την πανδημία αγκάλιαζα όλο τον κόσμο. Ας απολαμβάνουμε κάθε αγκαλιά, κάθε νέα μέρα.

Ένα διάλειμμα από τα παιδιά μου, παρακαλώ

Αν υπήρχε μια πτυχή της μητρότητας για την οποία δεν είχα προετοιμαστεί επαρκώς, ήταν η έλλειψη ησυχίας και μοναξιάς. Όσο κι αν είχα διαβάσει γι’ αυτό, τίποτα δεν θα μπορούσε να με προετοιμάσει για το επίπεδο «φασαρίας» και θορύβου που θα έφερναν τρία παιδιά σε έξι χρόνια. 
Γιατί μέχρι τότε, η δουλειά μου τελείωνε περίπου την ίδια ώρα κάθε μέρα. Πήγαινα σπίτι, σε ένα ήσυχο χώρο, τον προσωπικό μου χώρο. Μπορούσα να διαβάσω ή να δω τηλεόραση (κάτι αντίστοιχο της ηλικίας μου!) ή να μαγειρέψω ό, τι μου αρέσει χωρίς μικροσκοπικούς ανθρώπους να είναι «τυλιγμένοι» στους αστραγάλους μου (κρίμα που τότε δεν είχα ανακαλύψει το τρέξιμο…).

Κι ήρθε και η πανδημία. Και πολλές μαμάδες έμειναν πλέον «παγιδευμένες» στο σπίτι 24/7 με όλα τα παιδιά και ακόμη και τον σύζυγο. Τα παιδιά να «πηγαίνουν σχολείο» στα δωμάτιά τους, οι γονείς να προσπαθούν να δουλέψουν από το σαλόνι τους και η μαμά να αναγκάζεται να διαχειριστεί ένα σωρό ζητήματα ανά πάσα στιγμή.

«Γιατί δεν μπορώ να συγκεντρωθώ;! Α, ναι, γιατί τα παιδιά μου (που υπεραγαπώ) δε σταματάνε να μιλάνε, να φωνάζουν, να ουρλιάζουν, να παλεύουν. Ηρεμήστεεεεε!»

Λοιπόν, ναι, τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε απελπισμένα χρόνο για τον εαυτό μας, λίγο ήσυχο χρόνο. Όχι τύπου «τα παιδιά βρίσκονται στο άλλο δωμάτιο και δε μας ενοχλούν για 15 λεπτά». Χρειαζόμαστε μια ολόκληρη μέρα – ακόμη και μια εβδομάδα – κυριολεκτικής μοναξιάς, προσωπικού χώρου και πλήρους και απόλυτης σιωπής. Λοιπόν, αυτό χρειάζομαι. Δεν χρειάζομαι διακοπές. Απλώς χρειάζομαι τα παιδιά να φύγουν για διακοπές! 😁

Ξέρω ότι το έχω πει χιλιάδες φορές ήδη, αλλά νιώθω χάλια όταν δεν κάνω τίποτα με το παιδί μου όλη μέρα (εκτός από τα βασικά όπως φαγητό, αγκαλιές και μικρές κουβεντούλες). Αλλά κάποιες φορές απλά δεν μπορώ παραπάνω.

Και πραγματικά, τα λατρεύω, και δίνουν ζωή στο σπίτι, αλλά η ασταμάτητη συνομιλία, τα σχόλια, οι ερωτήσεις, οι τσακωμοί και οι κραυγές τους με βγάζουν από τα ρούχα μου.

Θέλω απλά να πάω σε ένα ήσυχο μέρος, να κοιμηθώ όποτε θέλω, να μουλιάσω στην μπανιέρα, χωρίς να μου ζητάει συνέχεια κάποιος να του διώξω τη βαρεμάρα, να του κάνω το διασκεδαστή, να του φτιάξω φαγητό….Καταλήγω να βάλω τα παιδιά να μουλιάσουν στην μπανιέρα για να μείνω με λίγη ηρεμία… όσο κι αν κρατήσει.

Και αυτή η πανδημία… Έχει εντείνει ακόμα περισσότερο την ανάγκη μας για ηρεμία, ησυχία… Η ασταμάτητη φασαρία και η συνεχής «εισβολή» στον προσωπικό μας χώρο έχει στραγγίσει κάθε τελευταία σταγόνα υπομονής από τις ψυχές μας.
Και, δε λέω, μου αρέσει όταν δουλεύω από το σπίτι, αλλά πολύ συχνά μου λείπει η ηρεμία και ανεξαρτησία που έχω στο γραφείο μου.

Κάθε βράδυ, λέω ότι θα πάω για ύπνο το αργότερο μέχρι τις 23.00′, αλλά όταν τελικά κοιμούνται τα παιδιά, είναι η μόνη ήσυχη ώρα της μέρας. Που κανείς δε χρειάζεται τίποτα από εμένα.

Κι όταν πάω για τρέξιμο πρωί πρωί, δεν το κάνω γιατί είμαι πρωινός τύπος. Το κάνω γιατί δεν μπορώ άλλο τα σχόλια «Πού θα πας πάλι; Δεν κάθεσαι καθόλου μαζί μας… »  όσες ώρες και να έχω καθίσει μαζί τους κι όσα πράγματα κι αν έχουμε κάνει μαζί… Με χτυπούν εκεί που πονάω!

Ακούστε, αγαπητά μου παιδιά… Σας αγαπάμε. Σας εκτιμούμε. Αγαπήσαμε όλο τον ποιοτικό χρόνο τον τελευταίο χρόνο. Πραγματικά τον χαρήκαμε.

Αλλά μόλις τελειώσει όλο αυτό, θα χρειαστεί να πάτε κάπου πολύ διασκεδαστικά με τον μπαμπά, τη γιαγιά και τον παππού, δεν ξέρω… αλλά θα αφήσετε τη μανούλα στο σπίτι για μια εβδομάδα, ή έστω και για 3-4 μέρες. Ή θα ξεχάσετε τη μαμά σε μια σκηνή σε ένα βουνό, όπου κανείς δεν μπορεί να τη βρει, να μπορεί να διαβάσει ένα βιβλίο με γλυκιά μοναξιά.

Αλλά με κάποιο τρόπο, πρέπει η μανούλα να ηρεμήσει λίγο. Να ξαναγεμίσει το «κύπελλο της υπομονής» που έχει στραγγίσει εδώ και ένα χρόνο, ώστε να μπορεί να επιστρέψει σε όλους σας αναζωογονημένη και έτοιμη να αντιμετωπίσει ξανά την, κατά τ’άλλα, αξιαγάπητη φασαρία σας!

Η σούπα της αγάπης

Μπορεί να μην το έχουμε συνειδητοποιήσει, αλλά χρειαζόμαστε τη φιλία, ίσως, περισσότερο από οτιδήποτε για να έχουμε μια υγιή ψυχολογία, και ακόμα περισσότερο οι μαμάδες για να μπορούμε να προχωρήσουμε σε αυτό το πολύπλοκο μονοπάτι της μητρότητας.

Αυτό μας το έδειξε από την αρχή η πανδημία. Οι φίλοι μας λείπουν από την καθημερινότητά μας και δεν είναι εύκολο.

Λατρεύω τον άντρα μου και τα παιδιά μου, πραγματικά. Αλλά η ζωή μου χωρίς να βλέπω τις αγαπημένες μου φίλες, τις βιταμίνες μου, επηρεάζει πραγματικά την ευημερία μου.

Και θεωρώ ότι δεν είμαι η μόνη.

Οι φιλίες είναι πάρα πολύ σημαντικές για τη γενική μας ευημερία, όπως και οι σχέσεις μας με τους συζύγους και την οικογένειά μας.

Φυσικά, βασικό ρόλο παίζει η ποιότητα αυτών των φιλιών. Οι ισχυρές, «ποιοτικές», αληθινές φιλίες μας κάνουν πραγματικά πιο ευτυχισμένους και είμαι σίγουρη ότι επηρεάζουν τόσο την ψυχική μας υγεία όσο και τη σωματική.

Το ότι δεν έχουμε την άνεση να βλέπουμε τους φίλους μας είναι ένας ακόμη παράγοντας που κάνει αυτήν την πανδημία τόσο δύσκολη. Η κατάσταση είναι αρκετά ανησυχητική από μόνη της και επιδεινώνεται όταν δεν μπορούμε να συναντήσουμε, να αγκαλιάσουμε τους ανθρώπους που χρειαζόμαστε περισσότερο όταν περνάμε δύσκολες καταστάσεις.

Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά πλάσματα. Για χιλιάδες χρόνια, βασιστήκαμε ο ένας στον άλλο για επιβίωση. Οι άνθρωποι χρειαζόμαστε αυτή τη σύνδεση και την υποστήριξη, όπως χρειαζόμαστε νερό και αέρα.

Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι εγωιστικό να δίνουμε προτεραιότητα στις φιλίες μας – σε εσάς μιλάω, συναγωνίστριες μαμάδες!

Δεν είναι εγωιστικό να περνάμε χρόνο με τις φίλες μας. Ακόμα και τώρα, μπορούμε να μην καθόμαστε κοντά, να είμαστε σε εξωτερικό χώρο με τις μάσκες μας κλπ.

Δεν είναι εγωιστικό να ζητήσουμε από τον σύντροφό μας να αναλάβει για λίγο τα παιδιά, ώστε να μπορέσουμε να συναντήσουμε τις φίλες μας.

Και δεν είναι εγωιστικό να νιώθουμε πραγματικά λυπημένες που δε βλέπουμε τις φίλες μας όσο συχνά θα θέλαμε.

Εξηγεί, επίσης, γιατί πολλές από εμάς είδαμε μια αύξηση στη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τον τελευταίο χρόνο – για πολλές από εμάς είναι μία από τις λίγες ευκαιρίες να νιώσουμε την αίσθηση της σύνδεσης που χρειαζόμαστε απεγνωσμένα.

«Οι πρόγονοί μας συγκεντρώνονταν γύρω από μια λαμπερή φωτιά, κι εμείς μαζευόμαστε γύρω από τα λαμπερά κουτιά της τεχνολογίας μας». (Δεν το έγραψα εγώ, το διάβασα σε κάποιο ξενόγλωσσο άρθρο 🤗)

Το πρόβλημα είναι ότι η χρήση των social media έχει συνδεθεί με ζητήματα ψυχικής υγείας, όπως η κατάθλιψη και το άγχος. Δε θα προτείνω να κλείσουμε όλοι τα κινητά μας (εκτός αν θέλουμε ή πραγματικά νιώσουμε ότι πρέπει!)

Θα πρότεινα, όμως, να αναλογιστούμε πώς μας κάνουν να νιώθουμε τα social media και να ενεργήσουμε ανάλογα. Ακολουθούμε λογαριασμούς που μας κάνουν να νιώθουμε άσχημα; Κατάργηση παρακολούθησης! Δεν αισθανόμαστε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γεμίζουν το κενό των φίλων μας; Ας κλείσουμε την εφαρμογή και να χρησιμοποιήσουμε το τηλέφωνό μας για να καλέσουμε έναν φίλο.

Πέρα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ας συνδεθούμε με τους φίλους μας με όποιο τρόπο μπορούμε μέχρι να τελειώσει αυτή η πανδημία. Οι επιλογές μπορεί να μην είναι τέλειες, αλλά απ’ το ολότελα… Όλοι έχουμε σίγουρα κουραστεί με τις βίντεο κλήσεις, αλλά το να μιλήσουμε έστω κι έτσι με τους αγαπημένους μας φίλους μπορεί και να βοηθήσει.

Και μπορούμε να σκεφτούμε και «μη τεχνολογικούς τρόπους». Να γράφουμε γράμματα, σημειώματα, να αφήνουμε έξω από την πόρτα μικρά δωράκια, να περνάμε κάτω από το σπίτι και να λέμε καλημέρα…

Η φιλία είναι να γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτόν τον κόσμο. Ότι ναι, τα πράγματα είναι πραγματικά (πραγματικά, πραγματικά) δύσκολα αυτή τη στιγμή, αλλά νιώθοντας τους ανθρώπους γύρω μας τόσο ουσιαστικά κοντά μας, μπορούμε να το ξεπεράσουμε, επειδή έχουμε μαζί μας και τη δική τους δύναμη.

Ο Τζον Τζ. Μουθ στο παραμύθι του «Πετρόσουπα» γράφει για τρεις σοφούς μοναχούς, που διασχίζουν μια ορεινή χώρα και προσπαθούν να μάθουν τι είναι αυτό που κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Ο δρόμος τους θα τους φέρει σ’ ένα χωριό, όπου οι κάτοικοί του ζούνε κλειδωμένοι στον εαυτό τους, απόμακροι στις μεταξύ τους σχέσεις, μοναχικοί, απότομοι και αφιλόξενοι.

Όταν οι τρεις μοναχοί τούς μαθαίνουν πώς φτιάχνεται μια πετρόσουπα, η σούπα της αγάπης, τότε οι χωρικοί ανακαλύπτουν πόσα πράγματα ο καθένας τους έχει να προσφέρει στους άλλους, αλλά και πόσα μπορεί να πάρει ως ανταπόδοση.

«Οι θαυματοποιοί κάνουν τα θαύματά τους για να προσφέρουν χαρά στους άλλους και όχι για να κερδίσουν κάτι οι ίδιοι» γράφει ο Τζον Τζ. Μουθ.

Η φιλία, για τον Αριστοτέλη, είναι μια ψυχή που κατοικεί σε δύο σώματα και βασική προϋπόθεση της ευδαιμονίας.

Αυτή η πανδημία έχει πάρει πολλά από εμάς. Ας αρνηθούμε να την αφήσουμε να πάρει χρόνο και από τις φιλίες μας, από τους ανθρώπους μας, αυτούς που αγαπάμε αληθινά.