Όταν τσακώνονται τα παιδιά μας

Μα γιατί δεν μπορούν απλά να τα πάνε καλά;

Γιατί δεν μπορούν να μείνουν μονοιασμένα για μια ώρα;

Γιατί δεν μπορούν έστω να συνυπάρξουν χωρίς προβλήματα; 

Ας το παραδεχτούμε – ανεξάρτητα από το πόσο ωραία παίζουν τα παιδιά για ένα λεπτό, μια ώρα, δύο ώρες (και πολύ λέω), αμέσως μετά ξεκινάνε οι χαρακτηρισμοί, τα νεύρα οι φωνές, ακόμα και τα δάκρυα και οι «μάχες» στα χέρια.

Είναι αναπόφευκτο, το ξέρω και πρέπει να το πάρω απόφαση. Κι εμείς έτσι κάναμε με τα αδέρφια μας κλπ κλπ. Αλλά υπάρχει κάτι που – περισσότερο διαβάζοντας, παρά εμπειρικά – με ταρακούνησε στους αδερφικούς καβγάδες. Υπάρχει μια παγίδα σε όλη αυτή την απλούστευση του «ανταγωνισμού» ανάμεσα στα αδέρφια.

Δεν είναι τόσο απλό όσο το «κι εμείς έτσι κάναμε». 

Παρόλο που οι καβγάδες ανάμεσα στα αδέρφια είναι συνηθισμένο φαινόμενο στις οικογένειες, ανέκαθεν ήταν, υπάρχουν κάποια πράγματα στα οποία οι γονείς πρέπει να  δώσουν ιδιαίτερη σημασία.

Δεν υπάρχει το «αφού με τον ίδιο τρόπο μεγαλώνουν». 

Δεν μπορεί ο γονιός να ισχυριστεί ότι η συμπεριφορά του είναι πανομοιότυπη σε όλα τα παιδιά του. Ούτε η εμπειρία του σαν γονιός είναι ίδια, ούτε η διάθεσή του είναι η ίδια, ούτε ο ίδιος ο χαρακτήρας του μπορεί να είναι ίδιος. Η ίδια η δυναμική στην οικογένεια είναι διαφορετική όταν έρχεται το πρώτο παιδί της οικογένειας. Είναι διαφορετική κι όταν έρχεται το δεύτερο παιδί, ενώ υπάρχει ήδη δηλαδή ένα παιδί στο σπίτι κ.ο.κ.

Είμαι μαμά 3 παιδιών και έχω διαβάσει, έχω συζητήσει, έχω ψάξει για το θέμα όσο μπορώ. Πλέον ξέρω καλά ότι ευθύνομαι για πολλές από τις συμπεριφορές των παιδιών μου και φυσικά (θέλω να πιστεύω ότι) γνωρίζω τις (μεγάλες) διαφορές στη συμπεριφορά μου, τις διακρίσεις που έχω κάνει και κάνω ακόμα στα τρία μου παιδιά. 

Δεν υπάρχει τίποτα πιο ικανοποιητικό από το να βλέπεις τα παιδιά σου να παίζουν όμορφα μαζί, να μιλάνε, να συνεννοούνται, να στηρίζει το ένα το άλλο εντός και εκτός σπιτιού. 

Το βιβλίο των Faber Adele και Mazlish Elaine «Αδέλφια, όχι αντίπαλοι. Βοηθήστε τα παιδιά σας να ζουν μαζί αρμονικά«* μου το έφερε δώρο η αδερφή μου και ενώ είχα γίνει για δεύτερη φορά μαμά. 

Κατάφερα να το διαβάσω πριν λίγο καιρό. Μάλλον τώρα αισθάνθηκα τόσο έντονα την ανάγκη να βρω μια λύση σε όλους αυτούς τους καβγάδες, σε όλα αυτά τα νεύρα και τις φωνές. 

Εξάλλου, αν τα αδέλφια είναι χαρούμενα, η μαμά είναι ευτυχισμένη! Τρου στόρι. 

Γιατί, λοιπόν, υπάρχει αυτή η αδελφική αντιπαλότητα;

Πρέπει να προσπαθήσουμε να δούμε το ζήτημα από την οπτική των παιδιών μας: το πρώτο παιδί μας ήταν το μοναδικό επίκεντρο της προσοχής μας.  Με την πρώτη φορά που μας μιλούσε απαντούσαμε, με το που μας ζητούσε κάτι το κάναμε, παίζαμε μαζί του συνέχεια και δε χρειάστηκε να μοιραστεί τον χρόνο ή τα παιχνίδια του με κανέναν.

Ύστερα ήρθε το μωρό…

Ένας άγνωστος με άγνωστες προθέσεις και σκοπούς, που είναι το νούμερο ένα θέμα συζήτησης εδώ και 8-9 μήνες, και τώρα η μαμά πρέπει να ταΐσει το νέο μέλος, να το κοιμήσει, να περιμένει ο μπαμπάς να τελειώσει την αλλαγή της πάνας του για να μπορέσει να παίξει μαζί του. Και να του κάνουν και παρατηρήσεις ότι μιλάει δυνατά, ότι πρέπει αναγκαστικά να κατανοήσει τις ανάγκες του μωρού, ότι είναι ο μεγάλος και πρέπει να συμπεριφέρεται ανάλογα.

Όσο τα παιδιά μεγαλώνουν, ανταγωνίζονται για το χρόνο των γονιών αλλά και για τα ίδια παιχνίδια και όσο το μικρότερο αδερφάκι γίνεται πιο ανεξάρτητο, «ξεσηκώνεται» γιατί «κουράστηκε» να του κάνει κουμάντο ο μεγάλος αδερφός.

Με άλλα λόγια, αυτό που διάβασα και στο βιβλίο και το έχω διαβάσει και σε άλλα βιβλία για σχολές γονέων κλπ, το ερώτημα είναι λογικό: πώς θα αισθανόμασταν αν ο σύζυγός μας έφερνε στο σπίτι κάποια άλλη σύζυγο και περίμενε να την καλοδεχτούμε; Αυτό, λοιπόν. Κάπως το κατανοούμε λίγο τώρα, ε;

Επειδή τα μικρά παιδιά δεν είναι σε θέση να εκφράσουν αυτές τις απογοητεύσεις προφορικά, το κάνουν με κακή συμπεριφορά – αρνούνται να μοιραστούν, χτυπάνε, σπρώχνουν, φωνάζουν κ.λπ.

Πώς μπορούμε να σταματήσουμε αυτόν τον αδελφικό ανταγωνισμό;

Αν και δεν μπορούμε να σταματήσουμε εντελώς τον ανταγωνισμό των παιδιών μας, θα μπορούσαμε, ίσως, να μειώσουμε τη συχνότητά τους και να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά μας δε θα «κουβαλάνε» αυτόν τον ανταγωνισμό και όσο μεγαλώνουν με απωθημένα και αισθήματα αδικίας. Κι αν μπορούμε να έχουμε και λιγότερες φωνές και περισσότερη ηρεμία στο σπίτι, χίλιες φορές καλοδεχούμενα!

Τι μου έμεινε από το βιβλίο, λοιπόν, και τι με βοήθησε λίγο τον τελευταίο καιρό να διαχειρίζομαι όσο πιο αποτελεσματικά μπορώ -και όσο μου το επιτρέπει η ψυχραιμία και η κατάστασή μου φυσικά- τις «ομηρικές μάχες»:

1. Δε βάζουμε ταμπέλες

Γενικά μας είναι πολύ εύκολο να βάζουμε ταμπέλες στους ανθρώπους και να τους κατηγοριοποιούμε – ο έξυπνος, ο δημοφιλής, ο αθλητικός, ο ταλαντούχος κ.λπ. Οι ταμπέλες μας βοηθούν να κατηγοριοποιήσουμε πράγματα και καταστάσεις.

Όταν, όμως, πρόκειται για τα παιδιά μας, οι ταμπέλες (εσκεμμένες ή ακούσιες) αυξάνουν δραματικά τον ανταγωνισμό μεταξύ των αδελφών. Σκεφτείτε το. Όταν μιλάμε για το «μαθηματικό μυαλό» μας, τον «ιδιότροπο στο φαγητό», τον «γκρινιάρη» μας, το «φωνακλά» μας, το «ντροπαλό» μας κάνουμε συγκρίσεις μεταξύ των παιδιών μας χωρίς να το καταλαβαίνουμε.

Όταν αναφερόμαστε σε ένα παιδί ως «αθλητικό», το άλλο παιδί σκέφτεται αυτόματα ότι «δεν είμαι το αθλητικό» (οπότε γιατί να το δοκιμάσει) ή όταν ένα παιδί είναι «πολύ καλό στο φαγητό», το άλλο υποθέτει ότι λογικά ο ίδιος είναι ο ιδιότροπος.

Με την «κατηγοριοποίηση» των παιδιών μας, τοποθετούμε ακούσια τα παιδιά σε έναν ρόλο – είτε τους αρέσει είτε όχι – και δημιουργούμε συγκρίσεις μεταξύ των αδελφών. Αυτό το ένιωσα και με την αδερφή μου μεγαλώνοντας, αλλά ευτυχώς δεν επηρέασε τη μεταξύ μας σχέση. Εγώ ήμουν αυτή που «ξυπνούσε εύκολα» οπότε είχα την ευθύνη να την ξυπνήσω για το σχολείο, να είμαι σίγουρη ότι θα φτάσουμε έγκαιρα. Αυτή ήταν η πιο θαρραλέα, οπότε πάντα ένιωθε ότι πρέπει να με προστατέψει. Εγώ ήμουν η πιο υποχωρητική και πιο χαμογελαστή, οπότε κουβαλάει μέχρι σήμερα την ταμπέλα της γκρινιάρας και απαιτητικής, ρόλο τον οποίο τον κουβαλούσε για πολλά χρόνια. Αυτό ήταν κακό και γι’αυτή, αλλά και για μένα που θεωρούσα ότι «δε με παίρνει» να γίνω γκρινιάρα ή απαιτητική και ήθελα πάντα να έχω το ρόλο του «καλού παιδιού» που κάνει χαρούμενους τους γονείς του.

Όταν αφήσουμε τις ταμπέλες, θα διαπιστώσουμε γρήγορα ότι δίνουμε στο «όχι τόσο αθλητικό» παιδί μας την ευκαιρία να λάμψει ακόμα κι αν δεν είναι αστέρι.  Δίνουμε στο μαθητή που δεν παίρνει τόσο καλούς βαθμούς, την ευκαιρία να είναι περήφανος για τη σκληρή δουλειά του. Δίνουμε στο «άγριο, ζωηρό παιδί» την ευκαιρία να κάνει το σωστό.

Το κλειδί είναι να επικροτήσουμε τα θετικά χαρακτηριστικά, όπως την ομαδικότητα, την επιμονή, την καλοσύνη. Τα αδέλφια μπορούν να μάθουν να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους αντί να ανταγωνίζονται για την έγκριση των γονιών τους.

2. Διαχειριζόμαστε την προσοχή που τους δίνουμε

 Ένας από τους βασικούς λόγους που παλεύουν τα παιδιά είναι να κερδίσουν την προσοχή των γονιών τους – στα μάτια τους, ακόμη και η αρνητική προσοχή είναι καλύτερη από το τίποτα.

Για να ικανοποιήσουμε την ανάγκη προσοχής των παιδιών μας, μια ωραία λύση θα ήταν να σχεδιάσουμε να δώσουμε σε κάθε παιδί τουλάχιστον 10-15 λεπτά. Λίγα λεπτά από την ημέρα με επίκεντρο την προσοχή μας στο συγκεκριμένο παιδί και χωρίς να αναφερόμαστε συνέχεια στα άλλα παιδιά που «λείπουν»: να πιούμε μαζί στο τραπέζι μια ζεστή σοκολάτα, να φτιάξουμε ένα παζλ, να δούμε μαζί το αγαπημένο του βιντεάκι, να φτιάξουμε ένα κτίριο lego, να ζωγραφίσουμε, να χορέψουμε, να πάμε σούπερ μάρκετ οι δυο μας.   

Ό, τι και να επιλέξει το παιδί, ό,τι του αρέσει για να νιώσει σημαντικό στην καρδιά της μαμάς ή του μπαμπά. Και χωρίς το κινητό στα χέρια μας (το λέω για να το ακούω!) Να είναι το παιδί μας αυτά τα δέκα λεπτά το κέντρο του σύμπαντός μας. Και να πούμε και στο τέλος πόσο όμορφα περάσαμε, αν και είναι σίγουρο ότι το ίδιο το παιδί θα ρωτήσει αν μας άρεσε όπως άρεσε και σε εκείνο.

Η μεγαλύτερη συναισθηματική σύνδεση και η θετική προσοχή στο παιδί θα πάρουν τη θέση της αρνητικής προσοχής που επιδιώκει με την κακή συμπεριφορά στο αδερφάκι του.

3. Δείχνουμε κατανόηση στα συναισθήματά τους

Αυτό είναι κάτι που το τηρώ με μεγάλη επιτυχία τον τελευταίο κυρίως χρόνο. Όταν μου λένε κάτι πάντα το επαναλαμβάνω αναγνωρίζοντας πώς νιώθουν: «είσαι έξω φρενών με τον αδερφό σου ε; Πρέπει να σε νευρίασε πάρα πολύ με αυτό που έκανε. Βλέπω ότι δυσκολεύεσαι να ηρεμήσεις.»

Δεν ξέρω αν ακούγεται περίεργο αυτό, αλλά πραγματικά κάθε φορά που λέω κάτι τέτοιο με κοιτάζουν με ύφος «ναι, όντως, καλά το κατάλαβες, σε ευχαριστώ». Σίγουρα, με αυτό που λέω δίνω χώρο να αρχίσει να λέει όλα τα αρνητικά και να χαρακτηρίζει τον αδερφό του ασταμάτητα και με νεύρα, αλλά ξέρει ότι είμαι εκεί για να τον ακούσω. Μόλις δω ότι μπορώ να μιλήσω, ότι με ακούει, ζητάω να μου προτείνει λύσεις. Αν έχω όρεξη, κάθομαι και τις γράφω κιόλας. Την τελευταία φορά η κόρη μου πρότεινε να στείλουμε τον αδερφό της στο ορφανοτροφείο. Ξεκίνησα να το γράφω στις προτεινόμενες λύσεις. Μου λέει «μαμά, τι κάνεις; Να γράψουμε κάτι που γίνεται.» Και άρχισε να γελάει. Αυτό ήταν.

4. Δίνουμε «τα εργαλεία» για την επίλυση

Όταν συμβαίνουν μεγάλες μάχες, πολλοί γονείς χρησιμοποιούν το time out ως τρόπο εκτόνωσης της κατάστασης. Το έχω δοκιμάσει αλλά δε βοήθησε ιδιαίτερα. Ίσα ίσα άρχισαν διαμάχες «γιατί εγώ; Αυτός έφταιγε!» κ.λπ.

Έχω στο μυαλό μου (επαναλαμβάνω, χωρίς να το τηρώ πάντα γιατί δεν έχω πάντα καλή διάθεση…) να τους διδάξω δεξιότητες επίλυσης των συγκρούσεων. Προσπαθώ να τους πω πχ «εγώ θα του απαντούσα…..», «θα μπορούσες να του πεις….» και πάντα βάζω λίγη «σάλτσα» «αφού εσύ τον ξέρεις καλύτερα από μένα, εσύ έχεις τον τρόπο σου σε τέτοια θέματα» κ.λπ.

Όταν είναι εκτός εαυτού δεν ακούνε τίποτα, οπότε αν δεν μπορούμε να τους ηρεμήσουμε, θα πρέπει να περιμένουμε (και να τους πούμε ότι θα περιμένουμε) μέχρι να ηρεμήσουν. Προσπαθώ πολύ ειδικά με την κόρη μου να μάθει να ελέγχει την ψυχραιμία της γιατί με το που θα νευριάσει φτάνει στα όριά της: περπάτησε λίγο μακριά από τον αδερφό σου, μέτρα μέχρι το 20, πάρε βαθιές ανάσες, κάνε γιόγκα (να καθίσει οκλαδόν εννοώ στη γνωστή στάση) κ.λπ.

5. Προσπαθούμε να μείνουμε μακριά από τις διαμάχες

Αυτό μπορεί να μας εκπλήσσει, αλλά το καλύτερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε όταν αρχίσει να δημιουργείται μια διαφωνία είναι να το αγνοήσουμε. Πάμε στο άλλο δωμάτιο να κάνουμε κάτι άλλο. Να μη δώσουμε προσοχή στη διαμάχη.

Αγνοώντας τη διαμάχη, δεν ανταμείβουμε την αρνητική συμπεριφορά με το να δίνουμε την προσοχή μας σαν να είναι το πιο σημαντικό πράγμα του κόσμου και τους δίνουμε την ευκαιρία να το επιλύσουν μόνοι τους.

Φυσικά, αν ο αγώνας κλιμακωθεί και έχει αρχίσει η κατάσταση και γίνεται επικίνδυνη και νιώθουμε ότι είναι απαραίτητη η παρέμβαση, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη δραστική λύση: «βλέπω ότι η κατάσταση έχει γίνει επικίνδυνη και πρέπει να χωριστείτε τώρα» οπότε τους αλλάζουμε δωμάτιο μέχρι να ηρεμήσουν.

Όταν το κάνω αυτό, η κόρη μου λέει «ωραία, θα πάω στο δωμάτιό μου» και ο γιος μου λέει «α, να πάω κι εγώ με τη Ρέα; Δε θέλω μόνος μου» και συνήθως πάνε μαζί στο δωμάτιο.   

Αν η κατάσταση είναι ακόμα δυσκολότερη και τα νεύρα δεν υποχωρούν, τους χωρίζω και τους παίρνω πχ το αντικείμενο για το οποίο τσακώνονται, βάζοντάς τους όλους «στο ίδιο σκάφος» («all in the same boat»), δηλαδή να στερηθούν και οι δυο το παιχνίδι που ήθελαν μέχρι να ηρεμήσουν.

Θέλει μεγάλη υπομονή. Το ξέρετε καλά. Η υπομονή μας θα δοκιμαστεί άπειρες φορές. Και δε θα έχουμε πάντα τη διάθεση να δώσουμε λύση, να δώσουμε οδηγίες, να το χειριστούμε ψύχραιμα.

Η επίλυση συγκρούσεων είναι μια πολύ κρίσιμη δεξιότητα που ακόμα και ενήλικες δυσκολεύονται να διαχειριστούν. Μπορεί να μη γίνουν τεράστιες αλλαγές. Αλλά με αυτές τις στρατηγικές, θα είμαστε σε θέση να περιορίσουμε, τουλάχιστον, τον ανταγωνισμό των αδελφιών μεταξύ τους.

Στην πορεία μπορεί να σταματήσουν να τσακώνονται, αλλά να βρουν κάτι άλλο να τραβήξουν την προσοχή μας αν θέλουν να μας «ταρακουνήσουν», να διεκδικήσουν το χρόνο μας. Υπομονή και επιμονή, λοιπόν, και να τους δώσουμε να καταλάβουν ότι η οικογένειά μας είναι το καταφύγιό τους, να νιώσουν ασφαλή, να νιώσουν ότι μπορούν να μιλήσουν για ό,τι θέλουν, για ό,τι τα απασχολεί.

* Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Διεθνούς φήμης ειδήμονες στην επικοινωνία μεταξύ ενηλίκων και παιδιών, η Αντέλ Φέιμπερ και η Ιλέιν Μαζλις έχουν κερδίσει την ευγνωμοσύνη των γονιών και την ενθουσιώδη υποστήριξη της επαγγελματικής κοινότητας. Και οι δύο συγγραφείς έχουν διδάξει στο New School for Social Research και στο Family Life Institute (LIU). Διαμένουν στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης και είναι η καθεμιά τους μητέρα τριών παιδιών.Όλα του συγγραφέαΒιογραφία συγγραφέα: Mazlish ElaineΔιεθνούς φήμης ειδήμονες στην επικοινωνία μεταξύ ενηλίκων και παιδιών, η Αντέλ Φέιμπερ και η Ιλέιν Μαζλις έχουν κερδίσει την ευγνωμοσύνη των γονιών και την ενθουσιώδη υποστήριξη της επαγγελματικής κοινότητας. Και οι δύο συγγραφείς έχουν διδάξει στο New School for Social Research και στο Family Life Institute (LIU). Διαμένουν στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης και είναι η καθεμιά τους μητέρα τριών παιδιών.